Σελίδες

Τετάρτη 31 Δεκεμβρίου 2008

Καλή χρονιά!


Χρόνια πολλα!
καλή χρονιά!
Ευτυχισμένο το 2009!

Pierre Louÿs -Πιέρ Λουίς


Τα τραγούδια της Βιλιτώς





ΤΡΑΓΟΥΔΩ ΤΗ ΣΑΡΚΑ ΜΟΥ ΚΑΙ ΤΗ ΖΩΗ ΜΟΥ

Βέβαια δε θα τραγουδήσω τις ένδοξες ερωμένες μου. Αφού
δε ζούνε πια, προς τι να, μιλώ για δαύτες; Δεν είμαι όμοια
τους. Δεν έχω τόσα, για να σκέπτομαι τον εαυτό μου;

Θα σε ξεχάσω, Πασιφάη, μ’ όλο που το πάθος σου ήτανε
υπερβολικό. Δε θα σε υμνήσω, Σύριγξ, ούτε εσένα, Βυβλίς,
ούτε σένα, από τη θεά διαλεχτή μέσα σ’ όλες, Ελένη λευκωλένη.

Αν κανένας πονάει, μόλις τον νιώθω’ αν κανένας αγα-
πησε, αγαπώ περισσότερο. Τραγουδώ τη σάρκα μου και
τη ζωή μου, κι όχι τον άγονο ίσκιο των πεθαμένων εταίρων.

Μείνε, πλαγιασμένο ω σώμα μου, σύμφωνα με τη φιλή-
δονη αποστολή σου! Απόλαψε την καθημερινή ηδονή και
τις χωρίς αύριο επιθυμίες. Μην αφήνεις ούτε μια χαρά
άγνωστη για να μεταμεληθείς πως δεν την εδοκίμασες
την ημέρα του θανάτου.

Pierre Louÿs: Τα τραγούδια της Βιλιτώς (Φαρφουλάς)

Τα “Τραγούδια της Βιλιτώς”, (Les Chansons de Bilitis) πρωτοδημοσιεύθηκαν το 1894 στο Παρίσι και προκάλεσαν αίσθηση όχι μόνο γιατί τόσα πολλά πεζοποιήματα μιας σύγχρονης, και φίλης, της Σαπφούς βρέθηκαν ανέπαφα -κάτι σαν θαύμα, δηλαδή -, αλλά και εξαιτίας του ανοιχτού και αισθαντικού τρόπου με τον οποίο διερευνούσαν και κατέγραφαν τον λεσβιακό ερωτισμό.

Στην πραγματικότητα, η Βιλιτώ δεν υπήρξε ποτέ. Τα πεζοποιήματα ήταν μια έξυπνη “πλαστογράφηση” του –δήθεν- μεταφραστή τους, Πιερ Λουίς (1870-1925), γάλλου ρομαντικού ποιητή και συγγραφέα, που παρέθεσε μέχρι και ψεύτικη βιβλιογραφία για να υποστηρίξει το έργο του. Έχοντας ο ίδιος καλή γνώση των κλασσικών, μαγείρεψε με τέτοιο τρόπο το σερβίρισμα και την προβολή τους, ώστε να πείσει για την αξία της «ανακάλυψής» του. Το βιβλίο του, το αφιέρωσε «στα νεαρά κορίτσια της μελλοντικής κοινωνίας». Ένα από αυτά τα «νεαρά κορίτσια», ήταν και η Νάταλι Κλίφορντ Μπάρνεϋ , δεκαοκτάχρονη τότε, που εμπνεύσθηκε από «Τα τραγούδια της Βιλιτώς» και στο πρόσωπό της συγκέντρωνε τις ιδιότητες «του νέου κοριτσιού της μελλοντικής κοινωνίας», όπως το είχε φανταστεί ο Πιερ Λουίς και που, αργότερα, το 1901, του αφιέρωσε το δεύτερο βιβλίο της «Πέντε μικροί ελληνικοί διάλογοι». (Τρία χρόνια μετά την πρώτη του έκδοση, ο Κλωντ Ντεμπυσσύ, στενός φίλος του Πιερ Λουίς, προσάρμοσε τρία από τα ποιήματα της Βιλιτώς σε έργο για φωνή και πιάνο.)

Το γεγονός, όμως, ότι το έργο δεν είναι αυθεντικό, δεν του αφαιρεί τίποτα από την λογοτεχνική του αξία, όπως και το γεγονός ότι γράφτηκε από άνδρα δεν το εμπόδισε από το να αποκτήσει πολιτιστική σημασία για τις λεσβίες και τη θέση που του ανήκει στην ιστορία της λεσβιακής λογοτεχνίας. Μάλιστα, μία από τις πρώτες λεσβιακές αμερικανικές οργανώσεις ονομάστηκε “Οι κόρες της Βιλιτώς” (Daughters of Bilitis), πράγμα που αποδεικνύει την σημασία που απέκτησε αυτό το βιβλίο για τις ομοφυλόφιλες γυναίκες, αλλά και που, ως συμβολική κίνηση, τιμά τον Πιερ Λουίς και το έργο του.

Στο βιβλίο που είναι χωρισμένο σε τρία κεφάλαια, παρακολουθούμε την Βιλιτώ, στην αρχή ως βοσκοπούλα – ξεπάρθενη προς το τέλος του κεφαλαίου -, αργότερα ως ομοφυλόφιλη αγαπητικιά και τέλος ως εταίρα. Το ποίημα «Τραγουδώ τη σάρκα μου και τη ζωή μου», που αναρτά σ’ αυτή την καταχώρησή του ο ReyCorazón, είναι από την τρίτο κεφάλαιο του βιβλίου “Επιγράμματα της Κύπρου”. Από το κεφάλαιο “Βουκολικά της Παμφυλίας” είναι το παρακάτω ποίημα της Βιλιτώς:

Oι εκμυστηρεύσεις

Τηv άλλη μέρα επήγα στο σπίτι της’ εκοκκινήσαμε κι οι
δυο σαν είδαμε η μια την άλλη. Μ' έμπασε μέσα στην
κάμαρά της για να μείνομε ολωσδιόλου μοναχές.

Είχα πολλά πράματα να της πω, αλλά τα ξέχασα βλέ-
ποντάς τη. Δεν τολμούσα ακόμη να πέσω στο λαιμό της,
εκοίταζα μονάχα την αψηλοβαλμένη ζώνη της.

Ένοιωθα έκπληξη γιατί τίποτε δεν άλλαξε στο πρόσωπό
της, γιατί φαινόταν ακόμη η φιλενάδα μου, αν και από
την περασμένη νύχτα είχε μάθει τόσα και τόσα που μ'
ετρομάζανε μένα.

Άξαφνα έκατσα στα γόνατά της, την πήρα στην αγκαλιά
μου, της μίλησα μέσα στ' αυτί ζωηρά και μ' αδημονία.
Τότε έβαλε το μάγουλό της επάνω στο δικό μου και μου
τα διηγήθηκε όλα.

Το παρελθόν που επιζεί περιλαμβάνεται στο κεφάλαιο “Ελεγεία Μυτιλήνης”:

Θ' αφήσω το κρεβάτι όπως τ' άφησε κείνη, χαλασμένο
και αναστατωμένο, με τα σεντόνια άνω-κάτω, για να
μείνει το σχήμα του κορμιού της αποτυπωμένο κοντά
στο δικό μου.

Ως αύριο δε θα πάω στο λουτρό, δε θα βάλω φορέματα,
ούτε θα χτενίσω τα μαλλιά μου, για να μη σβύσω τα
χάδια.

Αυτό το πρωί δε θα φάω, ούτε αυτό το βράδυ, κι απάνου
στα χείλη μου δε θα περάσω ούτε κοκκινάδι, ούτε πού-
δρα, για να μείνει το φιλί της.

Θ' αφήσω κλεισμένα τα παραθυρόφυλλα και δε θ' ανοίξω
την πόρτα, από φόβο μην πετάξει με τον αέρα η μεινε-
μένη ενθύμηση.

- - -
(οι πληροφορίες για το ιστορικό της έκδοσης των ποιημάτων της Βιλιτώς, είναι από ξένη βιβλιογραφία και ξένες διαδικτυακές πηγές)

Από το αναδιπλούμενο εξώφυλλο του βιβλίου:

Ποιος αναπλάθει αυτόν τον χαμένο κόσμο του εξαίσιου ερωτισμού, αυτήν τη γιορτή των αισθήσεων που τραβά ως το θάνατο; Η Βιλιτώ, αρχαία ελληνίδα ποιήτρια από την Παμφυλία, φίλη και ερωμένη της Σαπφώς, ιερή εταίρα; Ή ο Πιερ Λουίς "μεταφραστής" της αλλά και δημιουργός της, παγανιστής στο κατώφλι του σύγχρονου κόσμου;

Ένα από τα κλασικά αριστουργήματα της ερωτικής λογοτεχνίας, µε τεράστια επιρροή στις αναπαραστάσεις και θεωρήσεις της σεξουαλικότητας κατά τον 20ό αιώνα, σε μιαν από τις πρώτες του μεταφράσεις, από ελληνική έκδοση του 1921.
~~~~~~~~~~~~

Το απόσπασμα από παρουσίαση του βιβλίου και το βιογραφικό σημείωμα για τον Πιερ Λουίς είναι από το Βοοks from Greece (booksfromgreece.gr)

[...] (τα τραγούδια της Βιλιτώς) Αποτέλεσαν λογοτεχνική φάρσα του συγγραφέα, αφού απέδωσε την πατρότητά τους όχι στον εαυτό του, για τον οποίο κράτησε απλά τη θέση του μεταφραστή, αλλά στη φανταστική Βιλιτώ από την Παμφυλία, την οποία βάζει να αυτοβιογραφείται μέσα από επιγράμματα που περιγράφουν διάφορα περιστατικά της ερωτικής της ζωής. Η Βιλιτώ -κατά τον συγγραφέα- υπήρξε ακόλουθη της Σαπφώς στην Λέσβο, που στη συνέχεια, μετά το χωρισμό της µε τον μεγάλο έρωτα της ζωής της την Μνασιδίκα, έγινε περίφημη εταίρα στην Κύπρο.

* *
Pierre Louÿs
Γάλλος συγγραφέας και ποιητής (1870-1925), που συνδύασε, στα περισσότερα έργα του, νεοκλασικά και αισθησιακά στοιχεία με έναν στυλιστικό τρόπο γραφής. Κυριότερα έργα του είναι τα: "Astarte" ("Αστάρτη", ποιήματα εμπνευσμένα από την ελληνική αρχαιότητα, 1893), "Les Chansons de Bilitis" (ποιήματα, 1894, από τα οποία εμπνεύστηκε τρεις συνθέσεις ο Claude Debussy), "Aphrodite, moeurs antiques" ("Αφροδίτη", μυθιστόρημα, 1896), "La Femme et le pantin" ("Η γυναίκα και το νευρόσπαστο", μυθιστόρημα, 1898, πάνω στο οποίο βασίστηκε η ταινία του Λουί Μπουνουέλ "Το σκοτεινό αντικείμενο του πόθου"), "Psyche" ("Ψυχή", ημιτελές μυθιστόρημα), "Les Aventures du roi Pausole" (ελευθεριακό αφήγημα στο ύφος του 18ου αιώνα, 1901), "Conchita" (θεατρικό μελόδραμα, παίχτηκε το 1911 σε σκηνοθεσία Zingarini - Vaucaire και μουσική Richard Zandonai), "Pervigilium mortis" (εκτενής ποιητική σύνθεση, 1916), κ.ά. Διάφορα άλλα ερωτικά έργα, μεταξύ των οποίων το "Trois filles de leur mere" ("Τρία κοριτσάκια της μαμάς τους"), με τολμηρότερη γραφή, δεν εκδόθηκαν ποτέ όσο ζούσε.
~~~~~~~~~~~~

Τα τραγούδια της Βιλιτώς είναι μία επιλογή κειμένων από ένα ξεχασμένο βιβλίο, του κορυφαίου συγγραφέα ερωτικής λογοτεχνίας Pierre Louÿs, όπου εξιστορείται η ζωή της Βιλιτώς, μιας "φανταστικής" συντρόφου της Σαπφώς. (hellastoday.com)
~~~~~~~~~~~~

Το βιβλίο κυκλοφόρησε τον Μάιο του 2008 με την μετάφραση της έκδοσης του 1921 (Έκδοσις Αθηναϊκού Βιβλιοπωλείου Χ. Γανιάρη & Σία)που, όπως μας πληροφορεί ο Νίκος Σταμπάκης*, βρήκε τυχαία σε κάποιο παλαιοβιβλιοπωλείο. Αυτή την παλαιά μετάφραση υπέγραφε ο "Γκρέκο".

* Ο Νίκος Σταμπάκης είχε την επιμέλεια της έκδοσης και έγραψε την εισαγωγή και τις σημειώσεις.

πό το ίδιο βιβλίο, ένα απόσπασμα από τις πληροφορίες που μας δίνει ο μεταφραστής για την "ζωή που δεν έζησε" η Βιλιτώ:


Η ΖΩΗ ΤΗΣ ΒΙΛΙΤΩΣ

Η Βιλιτώ -σύμφωνα με τις περιληπτικές πληροφορίες που παίρνομε από τον πρόλογο του Pierre Louys- γεννήθηκε στην αρχή του έκτου αίωνα π.X σ' ένα χωριό ορεινό, χτισμένο στην όχθη του ποταμού Μέλα, ανατολικά της Παμφυλίας. Αυτό το μέρος είναι σοβαρό και περίλυπο, γεμάτο σκοτεινά δάση, με τον πελώριον όγκο του Ταύρου απάνωθέ του, όπου κυλάνε νερά μέσα από τα βράχια, λίμνες ανοίγουνε στα ψηλώματα και κοιλάδες γεμάτες σιγαλιά.

Ήτανε θυγατέρα ενός Έλληνα και μίας Φοίνισσας. Φαίνεται πως τον πατέρα της δεν τον εγνώρισε, γιατί δεν τον αναφέρει καθόλου στις παιδικές αναμνήσεις της. Ίσως να πέθανε προτού να 'ρθει η Βιλιτώ στον κόσμο. Αλλοιώτικα δε θα μπορούσε να εξηγηθεί πώς πήρε ένα Φοινικικό όνομα, που η μητέρα της μόνο θα ήτανε δυνατό να της δώσει.

Σ' αυτό τον τόπο τον έρημο σχεδόν, έκανε μία ήσυχη ζωή με τη μητέρα της και τις αδερφές της. Το πρωί, μαζί με το τραγούδι του κοκόρου, επλενόταν, πήγαινε στο μαντρί, επότιζε το κοπάδι και άρμεγε το γάλα του. Αν έβρεχε, καθόταν στο γυναικωνίτη γνέθοντας μαλλί με τη ρόκα της. Αν ο καιρός ήταν ωραίος, έτρεχε στά χωράφια κι έπαιζε με τις φιλενάδες της.

Η Βιλιτώ είχε μία φλογερή ευσέβεια για τις Νύμφες. Έκανε θυσίες πάντα στις βρύσες των. Τους μιλούσε αλλά δεν τις είχεν ιδωμένες, γι' αυτό αναφέρει με ευλάβεια τις αναμνήσεις κάποιου γέρου που έτυχε κάποτε να τις αντικρύσει.

Το τέλος της βουκολικής ζωής της ελύπησεν ένας έρωτας, για τον όποιον δεν ξέρομε παρά πολύ λίγα. Έπαψε να τραγουδάει και έγινε δυστυχής. Αφού έκαμε ένα παιδί και το εγκατέλειψε, έφυγε για λόγους που μένουν μυστικοί, από την Παμφυλία, την οποία δεν ξαναείδε ποτέ.

Τη βρίσκομε πάλι στη Μυτιλήνη, όπου ήρθε από τη θάλασσα, παραπλέοντας τις όμορφες ακρογιαλιές της Ασίας. Ήτανε δεκαέξη χρονών, σύμφωνα με τα συμπεράσματα του κ. Ηeϊm, ο οποίος βρίσκει μερικές πιθανές χρονολογίες για τη ζωή της Βιλιτώς, με βάση ένα στίχο που αναφέρεται στο θάνατο του Πιττακού.

Η Λέσβος αποτελούσε το κέντρο του κόσμου εκείνο τον καιρό. Στη μέση του δρόμου, ανάμεσα από την ωραία Αττική και την πομπώδη Λυδία, είχε για πρωτεύουσα μία πολιτεία πιο περίλαμπρη από την Αθήνα και πιο ακόλαστη από τις Σάρδεις: τη Μυτιλήνη, χτισμένη απάνου σε μία χερσόνησο, αγνάντι στις ακρογιαλιές της Ασίας. Η γαλάζια θάλασσα αγκάλιαζε την πολιτεία.

Μέσα σε μία κοινωνία όπως της Μυτιλήνης, όπου οι άντρες περνάνε τις νύχτες τους με χορεύτρες και με κρασί, οι γυναίκες έπρεπε μοιραίως να βρουν αναμεταξύ τους την παρηγοριά της μοναξιάς. Έτσι ανεκάλυψαν τους λεπτούς αυτούς γυναικείους έρωτες στους οποίους η αρχαιότης έδωσε πια το όνομά τους.

Εκείνο τον καιρό η Σαπφώ ήταν ωραία ακόμη. Η Βιλιτώ την εγνώρισε και μας μίλα γι' αυτή με το όνομα Ψάπφα που έφερε στη Λέσβο. Χωρίς άλλο αυτή η αξιοθαύμαστη γυναίκα έμαθε τη μικρή Παμφυλιανή την τέχνη να τραγουδά σε ρυθμικές φράσεις.

Δυστυxώς, η Βιλιτώ, μας δίνει πολύ λίγες λεπτομέρειες για την προσωπικότητα αυτή, που σήμερα τόσο λίγο την ξέρομε. Μας αφήνει ωστόσο τριάντα ελεγείες για την ιστορία της φιλίας της με μια κόρη συνομήλική της, τη Μνασιδίκα. Αυτό το όνομα το ξέραμε από ένα στίχο της Σαπφώς. Ο έρωτάς των εκράτησε δέκα xρόνια. Και διεκόπη από τη ζηλοτυπία της Βιλιτώς.
....
Ο μεταφραστής

ΠΗΓΗ: ReyCorazón

Κυριακή 28 Δεκεμβρίου 2008

Το φάντασμα της αξόδευτης αγάπης


Από το βιβλίο της Μάρως Βαμβουνάκη «Το φάντασμα της αξόδευτης αγάπης»

...
Οι έρωτες που μας σημάδεψαν δεν ήταν σχέσεις κοινωνικές, δεν ήταν συναναστροφές κοσμικές, ούτε για να «περνάμε καλά». Τι φτηνό αυτό το «περνάω»! Σαν «ξεπετάω». Οι σχέσεις που έχτισαν και καταστράφηκαν πάντα θα είναι το κτίσμα μας και η κατεδάφισή μας , και καμιά σχέση δεν έχουν με φιλία αυτά που έγιναν. Δεν μπορούν να προσποιηθούν –δεν επιτρέπεται- την αεράτη άνεση της χαρωπής φιλίας ˙ είναι πάντα πληγωμένες και πάντα θυμωμένες, σαν παιδιά προδομένα από τους γονείς τους. Έτσι πρέπει. Ο έρωτας είναι απολίτιστος, όχι πολιτισμένος, δεν πίνεις μαζί του έναν καφέ για να πεις τα νέα σου, για να δώσεις μετά φιλάκι στον αέρα και να πετάξεις ένα βάναυσα ανάλαφρο: «Να μη χαθούμε...» ή «Τα λέμε».
...
ένας έρωτας αληθινός, κι αν χώρισε, δεν αλλάζει. Μένε εκεί, μνημείο του βίου και της πολιτείας μας, ακίνητο σύμβολο μιας απόπειρας για αιωνιότητα που πληρώθηκε ακριβά.. Δεν γίνεται να εξελίξεις μια τέτοια ιστορία μετά το χωρισμό. Είναι πικρό, είναι ιερόσυλο. Μας τιμωρεί η καρδιά για τέτοια επιπολαιότητα και τέτοια ασέβεια. Πρέπει να εκτιμάμε όσα μας έφτασαν σε ακραία χαρά, σε ακραία ελπίδα, σε ακραίο πόνο. Είναι φοβερό βήμα ένας έρωτας όσο κι αν έληξε αποτυχημένος. Υπήρξε «σφετερισμός του απόλυτου». Δεν ξαναγγίζεται αυτό.
...
Να θες να ζήσεις σε βαθμό θανάτου με τον αγαπώμενο. Να θες να διαλυθείς μέσα στη δική του σάρκα και να αφανιστείς μέσα στο δικό του αίμα, για να υπάρξεις περισσότερο. Τούτη η μυστηριακή ένωση, που θυμίζει τελετουργία, δεν διδάσκεται αλλά προέρχεται από μια γνώση προσωπική, φυσική, κυτταρική, εμπειρική όλων όσοι έφτασαν σε μια τέτοιου βαθμού και ποιότητας συνάντηση. Πως να μην είναι ο έρωτας πανίσχυρος; Θαυματουργός, καταστροφικός και αυτοκαταστροφικός. Σε μεταβάλλει σε σπόρο που από μόνος του ποθεί να ζήσει πεθαίνοντας, Βυθιζόμενος στο χώμα του άλλου. Είναι τόσο επιτακτικές αυτές οι παράλογες λαχτάρες, ώστε ακυρώνονται τα όρια, τα πρέπει και καθετί μέχρι τώρα γνωστό. Το υποσυνείδητο απελευθερώνει τις καταπιέσεις του. Που αλλού ο άνθρωπος δεν είναι ταυτόχρονα άγγελος και θηρίο πρωτόγονο;
...
Υπάρχουν και περιπτώσεις όπου -όσο βάρβαρα και να τους αποδιώχνει ο άλλος- δεν απομακρύνονται, γιατί δεν αντέχουν να παραδεχτούν μιαν απόρριψη, μια δική τους αποτυχία στη σχέση. Τους είναι αβάσταχτη μια ματαίωση και μια παραίτηση. Τους είναι αδιανόητο πως κάποιος δεν τους επιθυμεί. Δεν το χωράει ο νους τους. Τους εξοργίζει επικίνδυνα και τους ερεθίζει τις μειονεξίες. Δεν είναι μόνο αδυναμία η άρνηση να πουν αντίο, όταν όλα φανερώνουν πως αυτό οφείλουν να πουν, η άρνηση να καταλάβουν πως μια σχέση τέλειωσε. Είναι και ο υπέρμετρος εγωισμός, πεισματωμένος, αγριεμένος κι αδίστακτος, ώστε επιμένουν να συντηρούν εκείνο που θέλουν , να επιδιώκουν αυτό που επιθυμούν, να εκδικούνται κάποτε εκείνον που τους τα χαλάει και δεν τους παρέχει ό,τι ζητούν. Τον λατρεύουν όσο τους δίνεται και τον μισούν όταν τους αφήνει. Με τίποτε δεν ηρεμούν.
...
Καμιά λέξη δεν είναι πιο ασταθής όσο το «ποτέ» και το «πάντα» στα ανθρώπινα. Ειδικά στον έρωτα, ένα «πάντα» καλύπτει με ειλικρίνεια μονάχα την ώρα που προφέρεται. Είναι στα μυστήρια δικαιώματα του μυστήριου έρωτα κι αυτό. Θα πρέπει να το γνωρίζουμε από την αρχή, από τη στιγμή που μέσα μας ανθεί η ερωτική ανάγκη. Κι ύστερα, το πρόσωπο που ερωτευόμαστε, ή μας ενθουσιάζει ως φίλος, ως συνεργάτης, ως οτιδήποτε, δεν είναι πάντοτε το αληθινό ή δεν είναι το μόνο πρόσωπο του άλλου. Δεν είναι ολόκληρο και ενιαίο το πρόσωπο του άλλου. Με άλλο χαρακτήρα ξεκινάς μια σχέση και με άλλο χαρακτήρα βρίσκεσαι με τον καιρό.
...
Στις συναντήσεις δύο ερωτευμένων πλασμάτων ο χρόνος γι’ αυτούς , κατά θαυμαστό τρόπο, γίνεται «τώρα»˙ ερωτευμένων με τον αληθινό έρωτα τον καθολικό, τον αμοιβαίο, της κοινής υπηρεσίας, της συνεννόησης και όχι της παρανόησης, τον πραγματικό έρωτα για δύο, όχι τον φαντασιακό του έρημου ενός. Περνούν μαζί ,αβίαστα και φυσικά, χωρίς προσπάθεια, χωρίς ίσως ούτε συναίσθηση, στο εκστατικό «τώρα» που τους απορροφά τη χωριστή, διαιρεμένη ζωή και τον χωριστό άλλο χρόνο. Είναι η ένωση που δεν μπορεί να είναι ένωση και με το «νυν». Κι αν εκείνες τις στιγμές ορκίζονται ο ένας στον άλλον «για πάντα», το εννοούν, ένα τέτοιο «τώρα’ που τους χαρίστηκε δεν μπορεί παρά να είναι και «πάντα». Πρόκειται για μια από τις πιο συνταρακτικές εμπειρίες της ψυχής και του σώματος, αδύνατο να λησμονηθεί αν κάποτε βιώθηκε, διότι πρόκειται για εμπειρία Παραδείσου.
...
«Δεν είναι κάθε στιγμή, στιγμή απόφασης» έλεγε ξανά και ξανά σ’ εμάς τους νεότερους ένας δάσκαλος.... Είναι πολύ επικίνδυνο που τις πιο σοβαρές επιλογές ζωής τις κάνομε νέοι...»Προσέξτε μην μπλέκετε σε λαθεμένους βιαστικούς έρωτες μας έλεγε ο ίδιος άνθρωπος. «Γιατί και να περάσει έπειτα από δίπλα σας ο άνθρωπος της ζωής σας δεν θα τον δείτε».
...
Όποιος αγαπά , και με το ελάχιστο που του επιστρέφεται, χαίρεται, Ενώ εκείνος που δεν μπορεί να αγαπά είναι πίθος των Δαναΐδων. Όση αγάπη κι αν του προσφέρουν, κλαίγεται και τρώγεται. Τίποτα δεν τον γεμίζει

Δευτέρα 22 Δεκεμβρίου 2008

ΟΙ ΠΑΛΙΕΣ ΑΓΑΠΕΣ ΠΑΝΕ ΣΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ

Από το βιβλίο «ΟΙ ΠΑΛΙΕΣ ΑΓΑΠΕΣ ΠΑΝΕ ΣΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ»

της Μαρως Βαμβουνάκη

Υπάρχει η επανάσταση που κάνει κανείς στην εφηβεία του, μπουκωμένος από μεγάλες προσδοκίες και υπάρχει και η επανάσταση που , καμιά φορά, κάνει κανείς στην ωριμότητα του, μπουκωμένος από μεγάλες απογοητεύσεις.

Η Μέλα εδώ και πολλά χρόνια, ζούσε μέσα σε ένα ερωτικό τρίγωνο. Αυτά τα τρίγωνα είναι δαιμονικά. Σε παρασέρνουν σιγά σιγά σαν σειρήνες που φοβάσαι και που ποθείς, που αποφεύγεις και που καταδιώκεις. Κάνοντας δύο βήματα μπρος και ένα πίσω, βρίσκεσαι κάποια στιγμή μέσα στην παγίδα τους που κλείνει πίσω σου και διπλοκλειδώνει τα λουκέτα.

Η ανασφάλεια που προκαλεί ο δυνατός έρωτας είναι ένα βάσανο δεδομένο, όμως η ανασφάλεια που προκαλεί ο έρωτας προς κάποιον που μισοανήκει σε σένα και μισοανήκει σε μια άλλη, είναι ένα βάσανο ασύλληπτο.

Αλλά η ανασφάλεια είναι επίσης εξαιρετικά ερωτική. Ερεθίζει τον έρωτα και ο έρωτας την ερεθίζει και αλληλοκυνηγιούνται σε κύκλους πύρινους και φαύλους. Γίνεται λάσο, βρόγχος, κίνηση φιδιού που τρώει την ουρά του. Εσύ στην μέση…..

Αχ ναι. Για χάρη κάποιου. Μόνο για χάρη κάποιου θα διορθώσει τα λάθη της και θα λυτρωθεί από την γεύση της ματαιότητας που τη δηλητηριάζει, που την εξαφανίζει. Για χάρη σου. Δίχως το βλέμμα κάποιου πάνω σου πως να ενδιαφερθείς να γίνεις ωραία και καλή. Μόνο για χάρη κάποιου θα καταφέρει να μεταμορφωθεί. Για χάρη κάποιου πετάς την ταφόπετρα και ανασταίνεσαι.

Ο ύψιστος έρωτας είναι εκείνος που σε κρατά στην μεγαλύτερη διέγερση δίχως την βοήθεια αυτών των κοινοτοπιών που λέγονται φιλιά και χάδια.

Οι πιο κοντινοί μας άνθρωποι είναι τελικά οι πιο απροσπέλαστοι, οι πιο μακρινοί. Καμιά φορά ίσως και οι πιο αδιάφοροι.

Ακουμπισμένοι ώμο με ώμο, χρόνια και χρόνια, οδοιπορούν οι δυο τους σε δρόμους μοναχικούς που όλο αποκλίνουν.

Είναι άγριο πράγμα ο γάμος. Και η αυτοδέσμευση της ζωής σου παντοτινά, επειδή μια εποχή από την πίεση μιας ανάγκης ή από την μέθη ενός έρωτα αποφάσισες έτσι, είναι επιτίμιο βαρύ για ένα αδύναμο ή για ένα μεθυσμένο. Πως γίνεται κάποιος που μετά από χρόνια γίνεται άλλος να συνεχίσει να μοιράζεται τον εαυτό του με κάποιον που και αυτός με τα χρόνια έγινε άλλος. Τούτοι οι δυο οι σημερινοί θα παντρεύονταν πάλι τώρα?

Α όχι η μοναξιά δίπλα σε άλλον είναι κάτεργο είναι δρόμος αδιέξοδος, σιχαμερά βρώμικα υγρά κουρέλια που πάνω τους διαρκώς γλιστράς, πέφτεις και όλο καταριέσαι την μοίρα σου.

Νομίζει πως θα έρθει η μέρα που θα είναι έτοιμη να ερωτευτεί πάλι. Δεν ξέρει πότε δεν ξέρει ποιον όμως τώρα που της γκρεμίσθηκε το μόνιμο είδωλο του έρωτα της, τώρα που βρήκε το κουράγιο να ξεφύγει από ένα είδωλο γάμου και να εισχωρήσει σε μια θαρραλέα μοναξιά νομίζει πως θα έρθει η μέρα που θα ερωτευτεί τον έρωτα πάλι. Αισθάνεται να ανοίγει σιγά σιγά σαν αχιβάδα, να αχνοφέγγει σαν φίλντισι. Ανοίγει και περιμένει ακόμα και τώρα που το έμαθε, πως ο έρωτας είναι για το άπιαστο, πως ο πόθος είναι προς το ανέφικτο. Πως η παρουσία φωλιάζει σε απουσίες. Ο ωραιότερος εραστής είναι ο αναμενόμενος και ο γλυκύτερος σύντροφος ο ερχόμενος.

Στον ίσκιο των πουλιών

Από το βιβλίο «Στον ίσκιο των πουλιών»
Της Αλκυόνης Παπαδάκη


Δεν επέμενε όμως αυτή.. Ήταν τόσο μπουκωμένη από πληρότητα, που προτιμούσε την ησυχία της. Μόνη της εκεί, στο καναπεδάκι της σάλας, να ψαχουλεύει την χαρά της, να την στρίβει, να την ξεστρίβει, να την παίζει σαν κομπολογάκι στα δάχτυλά της... Μόνη της, εκεί να ξερογλείφει τ΄ όνειρο της, να το λιώνει, να το πασαλείφει στο πηγούνι της, να το νιώθει να στάζει σαν άγιασμα πάνω στις ρώγες της και την κοιλιά της........
Ούτε η ίδια δεν μπορούσε ακριβώς και ούτε την ενδιέφερε, να εξηγήσει τι ήταν αυτό που ένιωθε. Σαν να ταξίδευε, λέει κάπου μακριά μ΄ ένα κάτασπρο καράβι. Σαν να ήταν ανοιχτοί οι ουρανοί κι άκουγε τις σάλπιγγες των αγγέλων. Σαν ν αχνοφαινόταν κάπου...πολύ μακριά ακόμα μια άλλη στεριά., διαφορετική από κείνη που γνώριζε.
Δεν διέκρινε καλά αλλά ήταν σίγουρη
Κάπου πολύ μακριά ξημέρωνε....


Είναι κάτι νύχτες, που τ΄ αστέρια κατεβαίνουνε χαμηλά.
Που λιώνει το φεγγάρι και νοτίζει την ψυχή σου
Είναι κάτι νύχτες, που όλα σιγοτραγουδούν Ακόμα κι οι πέτρες.
Και τα ξερά κλαδιά
Αυτές τις νύχτες προτιμά να σε θυμάται η μοναξιά σου
Κι έρχεται ακάλεστη. Χωρίς να χτυπήσει ούτε καν ΄την πόρτα να ρωτήσει αν δέχεσαι επισκέψεις. Χωρίς να κρατά η αφιλότιμη ούτε ένα λουλουδάκι. Ούτε ΄ένα γλυκό, μπας και σε ξεγελάσει
Θρονιάζεται στην ψυχή σου κι ανάβει προκλητικά το τσιγαράκι της
Αυτάαααπ΄. Που είχαμε μείνει;
Σου λέει μ΄ όλο το θράσος της και σε κοιτά κατάματα
Είναι αυτές οι νύχτες, που τ ΄άστρα κατεβαίνουν χαμηλά
Που λιώνει το φεγγάρι. Που όλα σιγοτραγουδούν
Είν΄ αυτές οι νύχτες τελικά που βλέπεις καθαρά το χρώμα που έχουν τα μάτια της μοναξιάς
Ίδιο ακριβώς όπως οι στάχτες από τα όνειρα
Ένα βαθύ συννεφιασμένο, τριανταφυλλί

Αυτάαα λοιπόν. Που είχαμε μείνει; Της είπε μόλο το θράσος η μοναξιά της και την κοίταξε κατάματα
Κι αυτή τρόμαξε. Πελάγωσε. Αυτό ήταν όλο. Τίποτε περισσότερο και τίποτε λιγότερο. Στο κάτω κάτω, ποιος είν αυτός που τον κοιτάει κατάματα η μοναξιά του και μένει ατάραχος;


......Και φύτρωναν κόκκινες βιολέτες ανάμεσα στα φιδάκια που είχαν κουλουριαστεί μες στην ψυχή της
Μήπως θέλει και πολύ η ψυχή για να ανθίσει; Μήπως θέλει πολύ για να σαλπάρει στ΄ όνειρο; Ένα ελαφρό αεράκι κι έφυγε....


Ο θάνατος σε μαχαιρώνει. Σε γονατίζει. Μα έχει ξεκάθαρους λογαριασμούς. Κάποτε βρίσκει μια γωνίτσα στην ψυχή σου και κουλουριάζεται. Κάθεται κει φρόνιμος και βυζαίνει το δαχτυλάκι του. Η προδοσία όμως ποτέ δεν χώρεσε σ΄ ανθρώπινη ψυχή. Μένει πάντα απ΄ έξω και στέλνει βέλη φαρμακερά. Κάνει βόλτες γύρω γύρω κι ανοίγει λαγούμια


Θα μ΄ αγαπάς πάντα ;
Αχ αυτό το πάντα στα χείλη των ανθρώπων.
Τ΄ ακούν οι Άγγελοι και παίζουν φυσαρμόνικα. Κι ύστερα, μόλις τελειώσει το τραγούδι τρέχουν και κρύβονται μην τους μαλώσει ο θεός

Είν΄ αλήθεια πώς κάποιοι άνθρωποι δεν μπόρεσαν ποτέ ν΄απλώσουν τα ρούχα τους στον ήλιο να τα στεγνώσουν
Πάντα βρεγμένα τα φορούν
Δεν είναι η ζωή που φταίει γι΄αυτό, κι ας της ρίχνουν όλα τα βάρη
Ούτε οι ίδιοι βέβαια φταίνε
Φταίει το ότι δεν τους χάρισε ποτέ κανείς ένα ήλιο. Ένα ολοδικό τους ήλιο. Ν΄ανατέλλει, να δύει και πάλι ν ανατέλλει λαμπερός, μέσα τους


Λες και σε προειδοποιεί ποτέ το κακό. Λες και σου κάνει νόημα η κακιά ώρα. Σιγά μη σου φωνάζει
Ει ψιτ Κοιτααα Σου ρχομαι...
Έτσι είναι αυτά τα χτυπήματα. Γίνονται πισώπλατα. Την ώρα που είσαι ανοχύρωτος. Την ώρα που έχεις χαλαρώσει κι απολαμβάνεις το άρωμα της βροχής.
Έτσι είναι..
Την άνοιξη μπορεί να την σκοτώσει ξαφνικά, μπροστά στα μάτια σου ένα χελιδόνι
Κάποιοι το ξέρουνε αυτό πολύ καλά


Ο Ραράς είχε πάντα στα χέρια του ένα κλειδί. Μα δεν βρήκε ποτέ την δική του πόρτα για να την ανοίξει. Ήταν άστεγος ο Ραράς. Κάτω απά τον ίσκιο των πολιών κι αυτός...

Υπάρχει ένας κάβουρας στις βαθιές θάλασσες, που επειδή η φύση του χάρισε μαλακό και απροστάτευτο στομάχι χώνεται στο πρώτο άδειο όστρακο που θα συναντήσει και προσπαθεί να το κάνει σπίτι του.
Συχνά το στολίζει και με πολύχρωμες θαλάσσιες ανεμώνες. Αυτό το κάνει για να ξεγελά τους εχθρούς του. Η και για να ξεγελά λιγάκι και τον εαυτό τους.
Είναι γνωστός ως ο ερημίτης κάβουρας.
Αν γεννήθηκες με μαλακό στομάχι απροστάτευτο κι έχεις χωθεί στο πρώτο άδειο όστρακο που συνάντησες για να σωθείς, μην το σκέφτεσαι...Το χουν κάνει πολλοί. Να θυμάσαι μόνο τις θαλάσσιες ανεμώνες.
Κανείς άλαλος μην περιμένεις να σου στολίσει το όστρακο σου....


Απ όταν ήμουν παιδί το ίδιο ακούω. Ο θεός είναι μεγάλος.
Ξέρεις πότε το λέει αυτό κανείς, Πολυάνθη; Όταν βρίσκεται στο αμήν

Το πλοίο είχε βγει στο πέλαγος. Τίποτε δεν φαινόταν στον ορίζοντα. Μόνο μια ατέλειωτη θάλασσα. Ένα άγριο βαθύ μπλε, σχεδόν μελανί...Όλα ήταν μακριά. Τόσο μακριά και τόσο αφάνταστα κοντά...Τόσο χαμένα στον ορίζοντα και τόσο κολλημένα, κρεμασμένα σαν μελίσσι, στην ψυχή του..
Πρέπει να κόψω τους κάβους. Αυτό πρέπει να κάνω, για να γλιτώσω
Ήταν πολύ άπειρος για να ξέρει πώς κάτι τέτοιοι κάβοι δεν κόβονται ποτέ. Ακόμη κι όταν χαλαρώνουν κάπου κάπου και σου δίνουν την αίσθηση πώς είσαι ελεύθερος θαλασσοπόρος σε μπλοφάρουν. Μόλις ξεχαστείς. Μόλις σε πάρει ο ύπνος, σου δίνουν μία και σε γυρνάνε στο λιμάνι που σ΄ έχουν δέσει

Τόσα χρόνια.. Μέσα σ΄αυτά τα ντουβάρια και τις αλάνες αρμάτωνα την ψυχή . Πόνεσα, έκλαψα βαρυγκώμησα.... Κάτω από το δέντρο της χαράς καθόμουν σαν χάνος και περίμενα. Είχα την ποδιά μου απλωμένη και περίμενα να πέσει ένας καρπός και για μένα. Ένα λουλούδι... Μόνο κίτρινα φύλλα μάζεψα

Το ποτάμι κυλάει πάντα πάνω στα νερόκρινα
Και τ΄αηδονια τις ξάστερες νύχτες τραγουδούν τον έρωτα, κρυμμένα στις φυλλωσιές των δέντρων.

Το Εργοστάσιο των μολυβιών

Από το βιβλίο «Το Εργοστάσιο των μολυβιών» της Σώτης Τριανταφύλλου.

Ένα βράδυ στη γιορτή της κόρης του Γάλλου πρόξενου, ο Βολφ έφερε μαζί του την γυναίκα του την Αννί. Η Αννί Βολφ δεν είχε κλείσει τα 23 και φαινόταν ακόμα μικρότερη. Ο Στέφανος σκέφτηκε πως δεν ήταν όμορφη και ότι την ίδια στιγμή ήταν πολύ πολύ όμορφη: τα μάτια της ήταν υπερβολικά μακριά το ένα από το άλλο, κι είχε μια μικρή πεταχτή μύτη και τα πιο λευκά και παιδικά χέρια που είδε ποτέ ο Στέφανος. Την ερωτεύτηκε πολύ και την ερωτεύτηκε αμέσως – μόλις την είδε δεν μπορούσε να συγκεντρωθεί σε τίποτα, κι ανακάλυψε ξαφνικά ότι δεν μπορούσε να καταπιεί, κι ότι είχε ξεχάσει πως αναπνέουν. Η αναπνοή του φαινόταν κάτι που χρειαζόταν τεχνική και κόπο.
Η Αννί Βολφ ήταν ο πρώτος του έρωτας. Τόξερε από την αρχή πως θα ‘ταν – έχασε την όρεξη του, παρ όλο που πάντα έτρωγε καλά, κι από την πρώτη νύχτα έχασε τον ύπνο του, παρόλο που πάντα κοιμόταν περίφημα ακόμα κι όταν τα παιδία του έκαναν φασαρία δίπλα του. Ακόμα κι όταν η μικρή έτρεχε να κρυφτεί στην κρεβατοκάμαρα του.

... η Σοφία δεν ήθελε να πάνε στην Ελλάδα. Ο Μάρκος ένιωσε ξαφνικά καταρρακωμένος. Ο γάμος σκέφτηκε, κοιτώντας την πράσινη πεδιάδα από το παράθυρο του βαγονιού , είναι μια αφύσικη κατάσταση, όπως η ζωή στη φυλακή, όπως στο νοσοκομείο ή στο μοναστήρι – αν ήμουν γυναίκα, θα έκανα ότι κάνει η Γκίτε: θα χόρευα γυμνή στα Folies Bergere, αυτό θάκανα και τίποτε άλλο.

Ερωτάς το γελοίο και το δέος

Από το βιβλίο «Ερωτάς το γελοίο και το δέος» της Μάρως Βαμβουνάκη


Τίποτα πιο απάνθρωπο από την υποχρέωση . Τίποτε πιο εξαντλητικό από την προσποίηση, ιδίως του ότι είσαι μια χαρά. Τίποτε πιο εξουθενωτικό από το να χαμογελάς, να ενδιαφέρεσαι, και να κουβεντιάζεις με το ζόρι, όταν το μόνο που λαχταράς είναι να βυθιστείς στην σιωπή σου και στον ήρεμο σκοτάδι από το οποία προέκυψες.

Γιατί πονάει τούτη η ξαφνική άνοιξη μέσα στο καταχείμωνο? Μας θυμίζει πώς η ανάγκη του έρωτα μονάχα παρίστανε την πεθαμένη?

Όταν πεινάς λες ψωμί. Όταν διψάς λες νεράκι. Όταν πονάς, αγάπη

Αλλάζει κανείς μήπως και προλάβει περισσότερα. Συχνά όχι. Φοβάται το κάθε τι και τίποτα δεν αλλάζει. Είμαστε ή μνήμη μας ή είμαστε η προσδοκία μας? Μέχρι πότε σου επιτρέπεται να προσδοκάς?

Κάθε αληθινός έρωτας είναι ένα φυσικό φαινόμενο. Ένα αναπόφευκτο δράμα. Αναπόφευκτο κι ας κάνεις πώς το επέλεξες.

Ο έρωτας. Μπορεί σε κάποιες περιπτώσεις να καταφέρνει να μοιάζει ως λογικοφανής, ως συνειδητός, αλλά παραμέσα, σχεδόν πάντα έτσι είναι. Μιλάνε για την αξία και την αξιοπρέπεια της επιλογής, για την πιθανότητα να πετύχεις διάνα άμα επιλέγεις, όμως ο έρωτας δεν καταδέχεται τους υπολογισμούς, εκδικείται όσους τον παζαρεύουν Είναι πανάκριβος ο έρωτας για να παραδοθεί στην φτήνια των εγγυήσεων. Προτιμά την τρέλα, την ήττα. Την σταύρωση.

Ο καθένας τους με τον τρόπο του φανερά ή ύπουλα, αγωνίστηκε να ξεφύγει και να αποδράσει από το πρώτο τους φιλί. Ήταν ένας έρωτας που τους τρόμαζε, δεν είχε ούτε μια συνετή δικαιολογία. ……Γιατί ήταν ένα φιλί που μύριζε θειάφι. Παιδαριώδεις και πρωτόγονοι

Η μουσική δυνάμωνε. Παρόλο όμως τον θόρυβο υπήρχε μια σιωπή κάτω από αυτήν την εκκωφαντική ορχήστρα, Μια σιωπή σαν διάσταση άλλη που την μοιράζονταν στενάχωρα ξεμοναχιασμένοι στη σύγκρουση τους. Στην σύγκρουση με τον εαυτό και με τον άλλον. Στην σύγκρουση του έρωτα που βάζει εμπόδια στην αγάπη ακόμα και στην εντιμότητα . Στην σύγκρουση του είμαι και του πρέπει ,

Υπάρχουν αγκαλιάσματα ευχάριστα, δυνατά. Υπάρχουν αγκαλιάσματα ηδονικά και αξέχαστα. Αξέχαστα. Όμως υπάρχουν άλλα που σπάνια ζει κάποιος και πρέπει να τα ξεχάσει μετά. Σε παίρνουν με κλειστά μάτια στην κατηφόρα της δίνης που σε τραβάει προς τα σπλάχνα σου και από εκεί προς την πιο υγρή ρίζα του ένστικτου. Κι όχι μόνο του ένστικτου της ηδονής αλλά και εκείνου του θανάτου. Σε τυλίγουν τότε με τον πιο αποδιωγμένο εαυτό σου όπως με χιτώνα γιατί είναι ένας εαυτός βάρβαρος σαν λιμασμένος κυνηγός και σαν μωρό. Τον εαυτό σου που ακόμα κι ή μάνα σου απόδιωξε και σε έκαμνε να τον μισείς. Πρέπει να τα ξεχάσεις αυτά τα αγκαλιάσματα, για να μπορέσεις να σεβαστείς πάλι την ψυχή σου. Για να μπορέσεις να ξαναπείς πώς είσαι ένας άνθρωπος εντάξει ένας άνθρωπος κανονικός και λογικός. Πρέπει να τα ξεχάσεις, για να μπορέσεις να συνεχίσεις να ζεις δίχως τους.

Μπορεί να σπούδασαν. Να έμαθαν απέξω τόμους και συγγράμματα και να πέτυχαν στις εξετάσεις του πανεπιστημίου όμως ξέρουν ακόμα τόσο λίγα. Για την ασκητική της αγάπης ξέρουν τόσο λίγα. Πιστεύουν ακόμα πώς τους την χρωστούν, πώς μπορούν να την απαιτήσουν , ακόμα και να την επιβάλουν. Να εξοργίζονται, όταν δεν τους αγαπούν. Όταν δεν τους έχουν για το κέντρο του σύμπαντος κόσμου. Όταν δεν παρατούν για χάρη τους οτιδήποτε και οποιονδήποτε και ανά πάσα στιγμή. Πιστεύουν πώς δικαιούνται την ψυχή του άλλου. Μπορούν να γίνονται μπαρούτι και να εκδικούνται γι αυτά. Λένε ακόμα αγάπη τον έρωτα λένε έρωτα το “ σε θέλω” λένε πόνο τον θυμό, λένε “μου μάτωσες την καρδιά” τον πληγωμένο εγωισμό. Προσπαθούν να γνωριστούν παίζοντας τυφλόμυγα. Για την αγάπη μαθαίνεις πάντα δύσκολα. Πολλές φορές καθόλου και ποτέ.

Χώθηκε στην αγκαλά του και πρώτη φορά αισθάνθηκε πώς οι δυο τους συνωμοτούν και αφήνουν απέξω από τον θερμό κύκλο τους όλους τους άλλους. Πειράχτηκε και με όλους αυτούς τους άλλους που ξέρουν να κατακρίνουν εύκολα. Αν είχαν κι αυτοί να τους τυλίγει μια τόσο καυτή αγκαλιά σαν την δική του, να δούμε πώς θα αντιδρούσαν . Είναι τόσο εύκολο να είσαι λογικός εν ψυχρώ, μόνο που η ζωή δεν είναι εν ψυχρώ.

Είναι τόσο ευτυχισμένοι που σιωπούν, τόσο ευτυχισμένοι που είναι δυστυχισμένοι. Σιωπούν λοιπόν και συμφωνούν σ΄ αυτό. Ο έρωτας κάνει σοφούς και τους πιο χαζούς. Κάνει χαζούς και τους πιο σοφούς. Ότι θέλει κάνει ο έρωτας.

Ο χωρισμός. Του έγινε ξανά και ξανά αυτό με διάφορες γυναίκες. Μονάχα αυτή, στην ακτή στην ξένη πόλη με τα μάτια πηγάδια. Πότε ξεχειλίζουν πότε λιγοστεύουν το νερό, κι εκείνος σκύβει να καθρεφτιστεί στον υγρό τους πυθμένα με ειλικρίνεια. Θα πουν βέβαια κάποια μέρα πως δε θα ξαναϊδωθούν ποτέ. Κι όμως….Όταν θα λέει πως είναι μόνος θα σημαίνει πως είναι μαζί της.

Υπάρχει κάποια έστω στιγμή που κάτι μέσα σου κάτι άγνωστο και ισχυρό ξέρει τι θες, τι είσαι ικανός να κάνεις. Μπορεί ο νους σου να το αποδιώξει ύστερα όμως εκείνο πριν και από τον νου , κατάλαβε.


Οποίος νιώθει κατώτερος είναι που τυραννιέται και δεν συγχωρεί. Δεν παραβλέπονται μερικά πράγματα για πολύ.. Στοιχειώνουν μετά.

Υπάρχουν μάτια παραπετάσματα, όπως υπάρχουν μάτια πηγάδια. Τα πρώτα σου τραβούν μια κουρτίνα κατάμουτρα, περίπου σε προσβάλουν όταν σε κοιτάνε. Αδύνατον να προχωρήσεις πάρα μέσα, να καταλάβεις το πως σε βλέπουν. Τα άλλα σου επιτρέπουν να σκύβεις και να κοιτάς τον βυθό τους, να κοιτάς ακόμα και το δικό σου είδωλο στο νερό του πυθμένα. Τέτοια μάτια πηγάδια είναι τα μάτια της. Μαθαίνει για τον εαυτό του σκύβοντας μέσα τους. Όταν τα χάσει θα διαπράξει το ιερόσυλο σφάλμα να τ ΄αναζητήσει σε άλλες. Δε θα τα βρει βέβαια, μόνο που θα τα ξαναχάνει. Ξανά και ξανά για να το παραδεχτεί. Με πόνο αναπαραγόμενο μέχρι να το παραδεχτεί Πώς οι άνθρωποι δεν χάνονται. Χάνεις μονάχα όσα δεν είχες ποτέ σου, κι ας έλεγες πώς είχες. Δεν χάνονται, όσα σου δόθηκαν, όσα έδωσες και ας λες πώς έχασες. Ούτε με θάνατο δεν χάνονται

Οι άνθρωποι που μπορούν να γελούν μαζί έτσι δένουν με ένα δεσμό αλλιώτικό. Μια συνωμοσία, μια συνενοχή, μια συνεννόηση άλλης διάστασης που τους φέρνει πιο κοντά από όσο χιλιάδες σοβαρές κουβέντες. Ο εαυτός τους που γελά είναι εαυτός ελεύθερος.

Ο θεός όταν την κρίνει θα πει. Αν πόνεσες με τον πόνο του έρωτα σε συγχωρώ, γιατί πόνεσες, ήδη πόνεσες ήδη πλήρωσες ακριβά. Πάντα είναι κανείς αθώος μπρος σε ένα τέτοιο πόνο. Σε τελευταία ανάλυση όλοι είμαστε από έρωτα σακατεμένοι. Ζητάμε το θαύμα ζητάμε τον άγγελο. Δεν υπάρχει πιο πιθανός δρόμος από αυτόν τον δρόμο, γιατί δε υπάρχει πιο σκληρός, οξύς πόνος.
Όλα τα άλλα γίνονται μετά, γιατί δεν είναι ποτέ ΄ο έρωτας εκείνος που θες, όσο τον θες, όπως τον θες τουλάχιστον σε τούτη την ζωή δεν είναι. Ούτε τα πάντα, ούτε για πάντα. Δεν είναι. Έτσι πλούσιος στην αρχή του έτσι μίζερος στο τέλος του.
…….Όμως η στέρηση είναι στέρηση, γιατί ο έρωτας που πόθησες δεν ήταν τότε αυτός, δεν ήταν εκεί, ούτε και εσύ τα κατάφερες τότε να είσαι. Πάντοτε κάτι γίνεται, κάτι και χαλάει πολύ πριν την ένωση, ή πολύ σιμά στην ένωση, χαλά κάτι από αλλού ή από σένα χαλάει. Κάθε λίγο βγαίνεις λιγότερος από την επιθυμία σου , τόσο μικρός και μωρός μπρος στο όνειρο σου. Και δεν φταίει κανείς, μόνο εσύ , πάντα. Κατά κάποιο τρόπο εσύ. Δεν ξεκολλάει εύκολα από το πετσί σου τούτη η βδέλλα. Και είναι μια θλίψη τόσο θλιβερή, ώστε έρχεται ή εποχή που ξεχνάς την αίτιά, δεν την χωράει η ψυχή σου και την ξεχνάς. Μένει η γεύση σίγουρα, αλλά η αιτία όλο και πιο ακαθόριστη. Άγνωστη δήθεν. Ίσως στην άλλη ζωή, ίσως σ΄ αυτό που λένε παράδεισο ……

ΤΗ ΜΕΡΑ ΠΟΥ ΣΕ ΓΝΩΡΙΣΑ

Από το βιβλίο «ΤΗ ΜΕΡΑ ΠΟΥ ΣΕ ΓΝΩΡΙΣΑ» της Λένας Μαντά

Συνήθεια . Μαγική λέξη...Στηρίζει γάμους συνεργασίες, σχέσεις. Ικανότητα όλων των ζώων. Δίποδων και τετραποδων.Μοιάζει λίγο και με κινούμενη άμμο. Δεν γλιτώνεις εύκολα απ΄ αυτή...Σε κάνει να γυρίζεις γύρω από ένα αόρατο μαγκανοπήγαδο χωρίς σταματημό και το κυριότερο χωρίς να το καταλαβαίνεις.

Γιατί οι άντρες κοιμούνται πάντα μετά τον έρωτα; Πάντως για τον ίδιο λόγο που ξαγρυπνούν οι γυναίκες ..Κάπου το είχε διαβάσει αυτό αλλά ήταν αδύνατο να θυμηθεί. Ένα ακόμα από εκείνα τα βράδια είχε τελειώσει.....

Για μένα η ζωή είναι ένα τετράδιο, ένα τεφτέρι σαν του μπακάλη της εποχής μου. Εκεί γράφονται οι στιγμές. Γιατί αυτό είναι η ζωή. Στιγμές ευτυχίας, δυστυχίας πόνου και πάει λέγοντας. Όταν το τεφτέρι τελειώσει και μαζί του και η ζωή, τραβάς γραμμή και κανείς την σούμα. Αν οι ευτυχισμένες στιγμές είναι περισσότερες τότε υπήρξες ευτυχισμένη, άρα και τυχερή. Αν όχι....τότε κρίμα, Έχασες. Ουδέν λάθος αναγνωρίζεται μετά το ...κλείσιμο των βιβλίων

Εκείνη αισθανόταν είκοσι χρονών. Λαχταρούσε ακρογιάλια ηλιοβασιλέματα βόλτες με κάποιον που θα την κρατάει από το χέρι και θα της ψιθυρίζει ερωτόλογα. Θα της τηλεφωνεί για να της πει Σ΄ αγαπώ. Θα είναι έτοιμος για κάθε τρέλα. Ήθελε το άγνωστο. Το απρόσμενο, την αγωνία το καρδιοχτύπι. Ήθελε κάτι που να την κάνει να αισθανθεί και πάλι ζωντανή.

Κι όμως κάτι μέσα της τής έλεγε ότι τίποτα πια δεν θα ήταν το ίδιο. Ο φόβος ότι δεν θα τον ξανάβλεπε την έκανε να καταλάβει πως τίποτε στην ζωή δεν πρέπει να το παίρνεις σαν δεδομένο Ούτε και την ίδια την ζωή

Λοιπόν για να δούμε...Ευτυχισμένη...Ευτυχισμένη είσαι όταν ζεις σύμφωνα με τα πρότυπα σου, σύμφωνα με τα όνειρα που έχεις κάνει κάποια στιγμή στην ζωή σου. Όταν μπορείς να κοιτάζεις τον εαυτό σου στον καθρέφτη και να χαμογελάς...Ίσως όταν χαμογελάς χωρίς φανερή αιτία...Αυτά μπορώ να σκεφτώ προς το παρών Παραδέξου πως μου έβαλες δύσκολη ερώτηση....

Τα είχε κανονίσει όλα εκείνος. Σούνιο. Μ ΄ένα καλάθι φαγητά που βρέθηκε άγνωστο πως στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου. Άπλωσε μια κουβέρτα στην παραλία. Άνοιξε το κρασί. Το φεγγάρι βουτούσε στην θάλασσα. Τη γέμιζε λιωμένο ασήμι. Νόμιζε πως ονειρευόταν. Και ήταν από τα καλύτερα όνειρα της ζωής της.
Μήπως θα ήταν καλύτερα αν καθόσουν;
Εκείνος ήταν ήδη μισοξαπλωμένος και κρατούσε στα χέρια του δυο ποτήρια κρασί. Κάθισε αμήχανη. Σιγόπινε το κρασί της χωρίς να τον κοιτάζει. Η θάλασσα έμοιαζε να έχει ακινητοποιηθεί. Ούτε καν ακουγόταν.
Λοιπόν; Σου αρέσει εδώ;
Είναι απίστευτο . Λες και ζω ένα Όνειρο. Είναι τόσο όμορφα και όμως έχω την αίσθηση ότι δεν έχω το δικαίωμα να είμαι μαζί σου εδώ...
Επειδή είσαι παντρεμένη; Αυτό εννοείς;
Πήρε για απάντηση ένα σκύψιμο του κεφαλιού της. Μετακινήθηκε και κάθισε ακριβώς δίπλα της
Δεν είπαμε ότι απόψε θα τα ξεχάσουμε όλα; Πες ότι είμαστε μόνοι μας σ΄ αυτόν το πλανήτη
Πολύ βολικό αυτό. Όμως έχω τύψεις ..Φέρομαι ανεύθυνα. Προδίδω ανθρώπους που μου έχουν εμπιστοσύνη. Δεν είμαι πια είκοσι χρόνων για να βγαίνω ραντεβουδάκια σαν ανόητη και ρομαντική κοπελίτσα. Είμαι παντρεμένη. Είμαι μητέρα.
Είσαι όμως και γυναίκα. Και εγώ απόψε είμαι μ΄ αυτή την γυναίκα που είναι όμορφη, επιθυμητή, έξυπνη γεμάτη ζωή αλλά άδεια μέσα της. Κάνω λάθος;

Τα μάτια του πήγαν βαθιά. Βρήκαν το κενό της ψυχής της. Το αναγνώρισαν. Το εξέτασαν. Το γέμισαν. Το φιλί του την πασπάλισε με το ασήμι του φεγγαριού. Τα ρουθούνια της πλημμύρισαν πάλι με το άρωμα από τον καφέ στην χόβολη. Στα χείλη της όμως είχε την γλυκά από το μαλλί της γριάς. Ένα φεγγάρι που έλιωνε το ασήμι του σε αλμυρό νερό και μια θάλασσα που έστεκε βουβή και ακίνητη ήταν οι μόνοι μάρτυρες του προαιώνιου παιχνιδιού ενός άντρα και μιας γυναίκας που έσμιγαν εξερευνώντας το μυστήριο του έρωτα.....

Το όμορφο πρόσωπο του από πάνω της. Τα χέρια του της κρατούσαν το πρόσωπο τρυφερά, λες και ήταν κάτι εξαιρετικά πολύτιμο και εύθραυστο. Τα μάτια του κοίταζαν τα δικά της. Γλίστρησε δίπλα της χωρίς να σταματήσει να την κρατάει στην αγκαλιά του.
Όταν εκείνη άρχισε να κλαιει σιωπηλά, το κατάλαβε αμέσως. Ανασηκώθηκε στηρίχτηκε στον αγκώνα του και την διερεύνηση της ψυχής της άρχισε πάλι μέσα από τα μάτια της.
Κλαις; Γιατί;:
Αν αυτό ου αισθάνεσαι είναι τύψεις.....
Ήταν εξωφρενικό αυτό που συνέβαινα τούτος ο άνθρωπος ήταν μόνιμα μέσα στο μυαλό της. Στην ψυχή της στην καρδιά της.
Είναι τύψεις. Μα δεν κατάλαβες τι έγινε; Τι κάναμε;
Νομίζω ότι το κατάλαβε κάθε μόριο τους σώματος και της ψυχής μου. Φαντάζομαι ότι ισχύει το ίδιο και για σένα....
Δεν έπρεπε.....Απάτησα τον άνδρα μου....
Κορίτσι μου κάθε πράξη αν την δεις γυμνή από συναίσθημα είναι πρόστυχη και χυδαία. Για μένα ο έρωτας και μάλιστα ο δικός μας δεν έχει τίποτα πρόστυχο τίποτα χυδαίο.
Αισθάνομαι τόσο περίεργα. Ποτέ δεν φανταζόμουνα πώς θα έφτανα ως εδώ
Κάπου διάβασα πως μόνο όποιος ξεπερνά΄ τα όρια του γνωρίζει μέχρι που μπορεί να φτάσει.
Μπορώ να σε διαβεβαιώσω ότι απόψε ξεπέρασα κατά πολύ τα όρια μου. Λες και δεν είμαι εγώ
Εγώ είμαι ο ίδιος πάντως και έκανα έρωτα μ΄ εσένα. Δεν ήθελα καμιά άλλη. Είσαι ότι καλύτερο μου έχει συμβεί τα τελευταία 30 χρόνια.....

Ήταν τόσο εύκολο να την κάνει να χαμογελάει. Ήταν τόσο εύκολο να την κάνει να εκτονώνεται και ταυτόχρονα να ηρεμεί. Ένιωθε τόσο ζωντανή μαζί του. Ήταν ανθρώπινος...Ήταν απλός...Μπορούσε να θυμώνει, να γελάει, να μιλάει και να φωνάζει. Και εκείνη ήταν πάλι 20 χρόνων.

Είμαι ερωτευμένος μαζί σου. Δεν μπορώ να είμαι καλός με κείνο που τα έχει όλα στο κάτω κάτω.
Ποια όλα;
Εσένα στο σπίτι του, στο κρεβάτι του. Παντού. Τα βράδια που εγώ είμαι μόνος βλέπω τα παράθυρα φωτισμένα στο σπίτι σου και σκέφτομαι ότι εκείνη την στιγμή ίσως τρώτε μαζί, μιλάτε, του χαμογελάς...Όταν σβήνουν τα φώτα και ξέρω ότι ξαπλώνεις δίπλα του σε αγκαλιάζει κάνετε έρωτα....τότε πως νομίζει ότι αισθάνομαι; Εκείνος είναι λοιπόν που τα έχει όλα. Εγώ τι έχω από εσένα; Λίγες κλεφτές στιγμές ευτυχίας και ατέλειωτες ώρες δυστυχίας όταν σε σκέφτομαι μαζί του


Την έσφιξε πάνω του με τέτοια λαχτάρα που της κόπηκε η ανάσα. Ο έρωτας πλημμύρισε το μικρό χώρο της κουζίνας και εκείνη ήξερε πως δεν είχε κάνει λάθος η ακοή της.
Ήταν Σ΄ αγαπώ αυτό που της είχε πει την πιο όμορφη στιγμή. Ήταν ερωτευμένη. Τρελά ερωτευμένη. Δεν μπορούσε πια να μην το παραδέχεται. Όλα τώρα ήταν πιο όμορφα, πιο αγνά, πιο ξεκάθαρα...Η μήπως τώρα ήταν όλα πιο μπερδεμένα;

Είδε τον χωρισμό στα μάτια της πριν του τον ανακοινώσει. Είδε ότι όσα είχαν οι δυο τους δεν ήταν αρκετά για να τους κρατήσουν μαζί. Είδε ότι και εκείνη πονούσε...
Είδε ακόμα ότι τίποτα δεν θα την σταματούσε να προσχωρήσει πέρα από εκείνον...
Είδε ότι νίκησε ο άλλος άσχετα αν τα δεδομένα έδειχναν εναντίον του. Και υποτάχθηκε...

Ξέρεις τι είναι να μοιράζεσαι τη γυναίκα που αγαπάς και να μην τη διεκδικείς από φόβο μην την χάσεις; Ξέρεις τι κόλαση ζούσα, όταν ήξερα πως φεύγοντας από εμένα πήγαινες σ΄ αυτόν΄; Έχεις ιδέα ποσά όνειρα απαγόρευα στον εαυτό μου να κάνει για μας από ένα ανόητο, δεισιδαίμονα φόβο; Έτρεμα αυτή την στιγμή. Κάθε φορά που συναντιόμαστε νόμιζα πως θα μου έλεγες ότι είναι το τέλος. Πόσο δίκαιη ήσουν μαζί μου εσύ;
Με συγχωρείς...
Μην ζητάς συγνώμη από κάποιον που σ ΄αγαπάει τόσο πολύ ώστε θα δεχόταν να σε μοιράζεται....

Όπου σε πάει η καρδιά

Από το βιβλίο “Όπου σε πάει η καρδιά” της Σουζάνας Ταμάρο

Την άλλη μέρα δεν θέλησα να τον δω. Η φιλία μεταμορφωνόταν σε κάτι άλλο και είχα ανάγκη να σκεφτώ. Δεν ήμουν πια κοριτσάκι αλλά γυναίκα παντρεμένη, με όλες τις ευθύνες της, ήταν και εκείνος παντρεμένος, είχε μάλιστα και παιδί. Είχα ήδη προβλέψει την ζωή μου ως τα γεράματα και το γεγονός ότι παρεμβαλλόταν κάτι που δεν το είχα υπολογίσει μου έφερνε μεγάλη αγωνία. Το καινούργιο σε τρομάζει στην πρώτη επαφή μαζί του, για να κατορθώσεις να προχωρήσεις πρέπει να ξεπεράσεις αυτή την αίσθηση του κινδύνου. Έτσι την μια μέρα σκεφτόμουν:

-Είναι μεγάλη βλακεία η μεγαλύτερη της ζωής μου, πρέπει να τα ξεχάσω όλα και να διαγράψω αυτό το λίγο που έγινε ανάμεσα μας.

Και αμέσως μετά έλεγα στον εαυτό μου ότι η πιο μεγάλη βλακεία θα ήταν ακριβώς αν τα παρατούσα όλα, γιατί, για πρώτη φορά από τότε που ήμουνα μικρό κοριτσάκι, ένιωθα πάλι ζωντανή, όλα έσφυζαν από ζωή γύρω μου , μου φαινόταν αδύνατο να παραιτηθώ από αυτή την καινούργια κατάσταση........ Εκείνη την νύχτα δεν κατάφερα να κλείσω μάτι ως τις τέσσερις, είχα φοβερή υπερδιέγερση. Ωστόσο το άλλο πρωί δεν ένιωθα καθόλου κουρασμένη, Εκείνη την νύχτα είχα καταλάβει ξαφνικά ένα πράγμα και αυτό ήταν ότι ανάμεσα στην ψυχή και το σώμα υπάρχουν πολλά μικρά παράθυρα. από αυτά αν είναι ανοιχτά περνούν τα συναισθήματα, μα αν είναι μισόκλειστα, μόλις που καταφέρνουν να τρυπώσουν. μόνο ο έρωτας μπορεί να τα ανοίξει διάπλατα όλα μαζί και μεμιάς, σαν ριπή ανέμου..........

Πέμπτη 18 Δεκεμβρίου 2008

Ανακοίνωση για το Βραβείο Αναγνωστών 2008




Το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου (ΕΚΕΒΙ) ανακοινώνει την απονομή του Βραβείου Αναγνωστών 2008 στο μυθιστόρημα «Ολα σού τα ‘μαθα, μα ξέχασα μια λέξη» του Δημήτρη Μπουραντά (εκδόσεις Πατάκη).

Η ψηφοφορία ανέδειξε -για τέταρτη χρονιά- το αγαπημένο ελληνικό μυθιστόρημα του αναγνωστικού κοινού, επιλέγοντας ένα από τα δεκαπέντε μυθιστορήματα της «βραχείας λίστας».

Οι συμμετέχοντες στον διαγωνισμό ψήφισαν με sms (στο 54160) από τον κατάλογο των βιβλίων που είχε προκύψει σύμφωνα με τις προτάσεις των μελών από Λέσχες Ανάγνωσης οι οποίες λειτουργούν σ’ όλη την Ελλάδα (150 τον αριθμό).

Το δεύτερο πράγμα που θέλω να πω είναι ότι το Βραβείο Αναγνωστών κλείνει το τέταρτο έτος του. Έχει γίνει πλέον θεσμός, και πάει πολύ καλά ως προς την ανταπόκρισή του. Οι τρεις προηγούμενοι νικητές μας (Γαλανάκη, Φακίνου, Μήτσου) μας δήλωσαν ότι χάρη στο βραβείο το βιβλίο τους επανεκδόθηκε πολλές φορές. Το βραβείο έχει κερδίσει πλέον την εμπιστοσύνη του κοινού.

Το τρίτο πράγμα που θέλω να πω -και χαίρομαι γι’ αυτό- είναι ότι όλοι συμφώνησαν με την καινούργια διαδικασία του βραβείου. Είναι οι Λέσχες Ανάγνωσης που πήραν φέτος τη σκυτάλη από τις επιτροπές, και έτσι το βραβείο είναι σήμερα από την αρχή έως το τέλος στα χέρια των αναγνωστών.

Θερμά συγχαρητήρια στον φετινό νικητή τον κ. Δημήτρη Μπουραντά και στις εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗ.



Κατρίν Βελισσάρη,

Διευθύντρια Εθνικού Κέντρου Βιβλίου


ΔΙΟΡΓΑΝΩΣΗ: ΕΘΝΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΒΙΒΛΙΟΥ (ΕΚΕΒΙ) - ΕΡΤ



ΠΗΓΗ: ΕΚΕΒΙ


Τετάρτη 17 Δεκεμβρίου 2008

Η Απομόνωση Jean-Yves Masson


H Σπιναλόγκα έχει γίνει πολύ δημοφιλής, πεζογραφικά τουλάχιστον. Ετσι μετά το μυθιστόρημα της Βικτόρια Χίσλοπ Το νησί που επί δύο χρόνια σάρωνε στα μπεστ σέλερ, τώρα κυκλοφόρησε ένα ακόμη βιβλίο με θέμα τους λεπρούς και τη ζωή στο νησάκι απέναντι από την Ελούντα. Τι είναι αυτό που μαγνητίζει τους συγγραφείς της αλλοδαπής στο να διαλέξουν τη Σπιναλόγκα ως αφηγηματικό τοπίο είναι ανεξήγητο, όπως και το ενδιαφέρον του κοινού. Στην παρούσα εκδοχή η γραφή είναι πιο ποιητική, ο συγγραφέας άλλωστε έχει εκδώσει δύο ποιητικές συλλογές προτού δοκιμάσει τις δυνάμεις του στην πεζογραφία με το παρόν παρθενικό μυθιστόρημα. Σύμφωνα με τη σύνοψη, η ιστορίαείναι απλή: ένας νεαρός γάλλος δημοσιογράφος με ελληνική ρίζα έρχεται στην Ελλάδα την περίοδο της δικτατορίας του Μεταξά. Γνωρίζει μια νέα γυναίκα με την οποία έχουν κοινά ενδιαφέροντα και ταυτόσημες πολιτικές ανησυχίες. Εκείνη είναι κόρη εκδιωχθέντος καθηγητή πανεπιστημίου. Την ερωτεύεται και μέσω αυτής συναντά σημαντικά πρόσωπα της πνευματικής ζωής της Αθήνας, όπως τον Αγγελο Σικελιανό. Την ακολουθεί στην εξορία, στον Αγιο Νικόλαο Κρήτης, και αργότερα, όταν θεωρηθεί λεπρή (ενώ ουσιαστικά πάσχει από φυματίωση), κάνει τα πάντα για να βρεθεί μαζί της στη Σπιναλόγκα, παρά το γεγονός ότι ο ίδιος είναι υγιής. Ζουν εκεί μαζί για έναν χρόνο και ο αφηγητής περιγράφει ρεαλιστικά τη ζωή στο νησί.
Μια χαρακτηριστική παράγραφος δίνει μια εξήγηση για την επιλογή του τίτλου: «Σήμερα σκέφτομαι πια ότι τα όνειρά μου υπήρξαν οι πραγματικοί μου σύντροφοι σε όλη τη διάρκεια της παραμονής μου στο νησί. Γίνονταν μάλιστα ολοένα και πιο πολύτιμα όσο η Μαρίνα γινόταν μια σιωπηλή σύντροφος, μολονότι η συναισθηματική επικοινωνία μας ήταν πάντα πολύ ζωντανή, αφού εκείνη κι εγώ είμασταν αιχμάλωτοι μέσα σε μια μοναξιά που τίποτα δεν μπορούσε να την εμποδίσει να μεγαλώνει. Οσο περισσότερο κουραζόμουν από τις επίπονες δουλειές που ήμουν υποχρεωμένος να κάνω, τόσο περισσότερο είχα έναν ύπνο όλο εικόνες, σε αντίθεση με τον προηγούμενο καιρό που, όταν ήμουν πολύ κουρασμένος, κοιμόμουν πάντα έναν ύπνο τόσο βαθύ, που δεν θυμόμουν μετά τίποτα από τα όνειρά μου».

PHGH: TO BHMA

Δευτέρα 15 Δεκεμβρίου 2008

Η τελευταία διαθήκη


Απρίλιος 2003. Μετά την πτώση του Σαντάμ, το μουσείο της Βαγδάτης λεηλατείται από τον όχλο. Ανάμεσά τους ένα αγόρι, που ανακαλύπτει σε μια κρύπτη μια πήλινη πινακίδα, την αξία της οποίας δε θα μάθει ποτέ… Μερικά χρόνια αργότερα, κι ενώ ο Ισραηλινός πρωθυπουργός ετοιμάζεται να υπογράψει μια ιστορική συμφωνία ειρήνευσης με τους Παλαιστίνιους, σε μια δημόσια ομιλία του ένας άντρας τον πλησιάζει, έχοντας το χέρι μέσα στο σακάκι του. Σε δευτερόλεπτα πέφτει νεκρός από τις σφαίρες της ασφάλειας. Στο χέρι του όμως δεν κρατούσε όπλο, παρά ένα σημείωμα για τον πρωθυπουργό... Ακολουθεί μια σειρά από φαινομενικά τυχαίες δολοφονίες, που πυροδοτούν με ένταση την ειρηνευτική διαδικασία. Η Ουάσινγκτον αποφασίζει να αναθέσει την υπόθεση στη μεσολαβήτρια διεθνών κρίσεων Μάγκι Κοστέλο. Η τελευταία ανακαλύπτει ότι οι δολοφονίες συνδέονται μεταξύ τους και ότι όλοι οι νεκροί ήταν αρχαιολόγοι και ιστορικοί - άνθρωποι που γνώριζαν τα κρυμμένα μυστικά του παρελθόντος… Ένα συναρπαστικό πολιτικο-θρησκευτικό θρίλερ γεμάτο συνωμοσίες και γρίφους.

Εκδόσεις Ψυχογιός

ΠΗΓΗ: Καθημερινή

Κυριακή 14 Δεκεμβρίου 2008

Άννα Αχματοβα -Η Ρωσίδα ποιήτρια της συλλογικής μνήμης


Η «Κ» προδημοσιεύει το ποίημα «Ρέκβιεμ» της Αννας Αχμάτοβα, μιας από τις μεγαλύτερες λογοτεχνικές φωνές του 20ού αιώνα

Του Σπυρου Γιανναρα

Αννα Αχμάτοβα

Ποιήματα

μτφρ. Γιάννης Αντιόχου

εκδ. Μικρή Αρκτος

Με τα ποιήματα της Αννας Αχμάτοβα, τη γνωστότερη ποιητική της συλλογή «Ρέκβιεμ», τη μνημειώδη ποιητική σύνθεση «Ποίημα δίχως Ηρωα» και τις «Ελεγείες του Βορρά» κάνει την εμφάνισή της στην αγορά η φιλόδοξη νέα σειρά των εκδόσεων Μικρή Αρκτος. Η απόδοση, το γύρισμα των ποιημάτων στη γλώσσα μας έγινε από τον Γιάννη Αντιόχου, ο οποίος βασίστηκε σε αγγλικές και γερμανικές μεταφράσεις του έργου μιας από τις μεγαλύτερες φωνές του 20ού αιώνα.

Σταλινικές διώξεις

Η Αννα Αχμάτοβα, όπως σημειώνει στην εισαγωγή του ο κ. Αντιόχου, πέρα από το ποιητικό της έργο «ξεχώρισε για την πολυτάραχη και τραγική της ζωή». Εζησε με τον εντονότερο τρόπο όλα τα κοσμοϊστορικά γεγονότα του 20ού αιώνα που σημάδεψαν τη Ρωσία αλλά και ολόκληρη την ανθρωπότητα. Εζησε τον Α΄ και τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, τις Κομμουνιστικές Διεθνείς, την άνοδο του Στάλιν και του Λένιν στην εξουσία, τη βαναυσότητα και την απανθρωπία του σταλινικού καθεστώτος, τις προγραφές συγγραφέων και ποιητών, τον θάνατο του συζύγου της σε στρατόπεδα συγκέντρωσης της Σιβηρίας, φίλων ποιητών, όπως ο Μάντελσταμ και πλήθος ανθρώπων του λαού. Η Αχμάτοβα είναι η ποιήτρια της συλλογικής μνήμης. Το «Ποίημα δίχως Ηρωα» είναι ένας ύμνος στη μνήμη. Η ποίησή της αποτελεί μια προσπάθεια κατάργησης της απόστασης μεταξύ της γραφής και της πραγματικότητας. Οι στίχοι της, όπως αναφέρει ο Μπόρις Πάστερνακ, «μεταμορφώνουν τα γεγονότα σε βιώματα».

Η πρόσφατη στροφή πολλών εκδοτών προς τη ρωσική λογοτεχνία και την ποίηση, η διάθεση ανανέωσης των μεταφράσεων, μας προσφέρει τη δυνατότητα να γνωρίσουμε σε μεγαλύτερο εύρος, αλλά και να εμβαθύνουμε σε μια τεράστια λογοτεχνία, η οποία έχει μεταφραστεί τμηματικά στα ελληνικά. Πιθανόν ότι αυτό αποτελεί ένα ακόμα βήμα για την κυκλοφορία στα ελληνικά ολόκληρου το ποιητικού έργου μεγάλων λογοτεχνικών αναστημάτων όπως του Νικολάι Γκουμιλιόφ, της Μαρίνα Τσβετάγιεβα, του Πάστερνακ, του Οσιπ Μάντελσταμ ή του Αλεξάντερ Μπλοκ.

Αντί εισαγωγής (από το ποίημα Ρέκβιεμ)

«Στα φοβερά χρόνια του τρόμου της Γιεζόφ, δεκαεπτά μήνες πέρασα στις ουρές των φυλακών του Λένινγκραντ. Μια μέρα, κάποιος με “αναγνώρισε”. Μια γυναίκα με μελανιασμένα χείλη που έστεκε πίσω μου, η οποία ποτέ δεν είχε ακούσει το όνομά μου, ξύπνησε από τον λήθαργο, τυπικός για όλους εμάς εκεί, και με ρώτησε, ψιθυρίζοντάς στο αυτί μου (καθένας μιλούσε ψιθυριστά εκεί): “Κι εσείς μπορείτε να περιγράφετε αυτό;”Κι εγώ απάντησα: “Ναι, μπορώ.”

Επειτα κάτι που θύμιζε χαμόγελο γλίστρησε πάνω σε αυτό που κάποτε ήταν το πρόσωπό της.

1η Απριλίου 1957, Λένινγκραντ

Τότε ήταν π’ αυτός που χαμογέλαγε ήταν ο πεθαμένος
Γαλήνη απολαμβάνοντας αυτός ευτυχισμένος.
Κι άχρηστη σαν παράρτημα του Λένινγκραντ η πόλη
Μες στα δικά της κάτεργα γκρίζα να ταλαντώνει.
Και όταν τρελές από πολλών ειδών βασανιστήρια,
Προέλαυναν οι φάλαγγες των καταδικασμένων,
Το σύντομο χαίρε τους σήμανε στα φουγάρα
Από σφυρίχτρες μηχανών μέσα σε σύθαμπο καπνών,
Και πάνω απ’ τα κεφάλια μας αστέρια του θανάτου
Και καταγής η αθώα μας σφαδάζει η Ρωσία
Με μπότες όλο αίματα ώς πάνω καλυμμένες
Κάτω από τα λάστιχα κλούβας αστυνομίας.

Εχω κλάψει μήνες δεκαεπτά
Καλώντας σε στο σπίτι.
Στα πόδια έπεσα του δήμιου - όχι μια φορά,

Γιε μου εσύ και κόλαση μαζί.
Ολα μπερδεύτηκαν για άντα,
Και τίποτα δεν μου ’ναι καθαρό

Ποιος είναι ο άνθρωπος και ποιο το θεριό,
Και πόσος έμεινε ώς την εκτέλεση καιρός;
Και μόνο άνθη σκονισμένα,
Και το κουδούνισμα του θυμιατού, και βήματα
Από το κάπου προς το πουθενά οδηγούν.

Και μέσα στα μάτια με κοιτά
Με θάνατο που ’ρχεται γοργά
Θεόρατο έν’ άστρο από ψηλά.

Χρονολόγιο

23-6-1889. Γέννηση της Αννας Αντρέγιεβνα Γκορένκο στην Μπολσόι Φοντάνκο της Ουκρανίας.

1907. Εκδίδει το πρώτο της ποίημα υπογράφοντας με το όνομα της γιαγιάς της «Αχμάτοβα».

25-4-1910. Παντρεύεται τον ποιητή Νικολάι Γκουμιλιόφ.

Φθινόπωρο του 1911. Ιδρύεται το «Σινάφι των ποιητών», μετέπειτα «Κύκλος των Ακμεϊστών» ως αντίδραση στην ποίηση των Συμβολιστών.

18-10-12. Γεννιέται ο γιος της Λεβ Νικολάγιεβιτς Γκουμιλιόφ.

Αύγουστος του 1918. Αχμάτοβα και Γκουμιλιόφ χωρίζουν.

25-8-1921. Ο Γκουμιλιόφ εκτελείται αφού καταδικάστηκε για συνωμοσία κατά του καθεστώτος.

Φθινόπωρο του 1933. Ο γιος της Λεβ Γκουμιλιόφ συλλαμβάνεται και αφήνεται ελεύθερος.

1925. Απαγορεύεται η κυκλοφορία των ποιημάτων της Αχμάτοβα.

13-5-1934. Συλλαμβάνεται ο ποιητής Οσιπ Μάντελσταμ.

10-3-1938. Ο Λεβ Γκουμιλιόφ συλλαμβάνεται ξανά, φυλακίζεται και εξορίζεται στη Σιβηρία.

27-12-1938. Θάνατος του Μαντελστάμ στη Σιβηρία.

1940. Μερική άρση της απαγόρευσης της ποίησής της.

Μάιος 1945. Ο Λεβ Γκουμιλιόφ, που οδηγήθηκε από την εξορία στο μέτωπο, επιστρέφει να ζήσει μαζί της μετά τη νίκη των Ρώσων κατά των Γερμανών.

16-5-1946. Ο γ.γ. του κόμματος στο Λένινγκραντ, Αντρέι Ζντάνοφ καταδικάζει την ποίηση της Αχμάτοβα, υποστηρίζοντας ότι «δηλητηριάζει τα μυαλά της σοβιετικής νεολαίας».

6-11-1949. Νέα σύλληψη του Λεβ Γκουμιλιόφ

Φεβρουάριος του 1956. Ο Λεβ Γκουμιλιόφ ελευθερώνεται.

5-3-1966. Πεθαίνει η Αχμάτοβα.

15-6-1992. Πεθαίνει ο Λεβ Γκουμιλιόφ.

Ιnfo

-Νέα ποιητική σειρά «τσέπης» της Μικρής Αρκτου (11x16 εκ.) με σκληρό εξώφυλλο, σελιδοδείκτη και εξωτερικό κάλυμμα. 228 σελ. η κάθε συλλογή. Τα ποιήματα της Αχμάτοβα θα κυκλοφορήσουν στις 15 Δεκεμβρίου.


ΠΗΓΗ: Καθημερινή

Σημείωση: Η φωτογραφία προστέθηκε από εμένα

Παρασκευή 12 Δεκεμβρίου 2008

Bραβείο Aναγνωστών 2008

Νέα ημερομηνία απονομής Bραβείου Aναγνωστών 2008

Το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου (ΕΚΕΒΙ) ανακοινώνει ότι, λόγω των γεγονότων των ημέρων, αναβάλλεται η προγραμματισμένη απονομή του Βραβείου Αναγνωστών 2008, η οποία θα γίνει την ερχόμενη Τετάρτη 17 Δεκεμβρίου 2008.

Η βράβευση του φετινού νικητή θα πραγματοποιηθεί ζωντανά στο πλατό της εκπομπής «Εχει γούστο» της Μπήλιως Τσουκαλά (ΕΤ-1, ώρα 4.00 το απόγευμα).

Καλεσμένοι της παρουσιάστριας Μπήλιως Τσουκαλά για να συζητήσουν για τον θεσμό του Βραβείου Αναγνωστών και των Λεσχών Ανάγνωσης θα είναι ο φετινός νικητής, ο πρόεδρος του ΕΚΕΒΙ κ. Πέτρος Μάρκαρης και η διευθύντρια του ΕΚΕΒΙ κα Κατρίν Βελισσάρη που εμπνεύστηκε την ιδέα του βραβείου πριν από τέσσερα χρόνια.

Το βραβείο που θα παραλάβει ο νικητής έχει φιλοτεχνήσει με πολλή φαντασία ο καλλιτέχνης Διαμαντής Αϊδίνης.

ΔΙΟΡΓΑΝΩΣΗ: ΕΘΝΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΒΙΒΛΙΟΥ (ΕΚΕΒΙ) - ΕΡΤ


ΠΗΓΗ: ΕΘΝΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΒΙΒΛΙΟΥ (ΕΚΕΒΙ)

Πέμπτη 11 Δεκεμβρίου 2008

Κρατικά Βραβεία Λογοτεχνίας 2008

Σε ποιους απονέμονται τα Κρατικά Βραβεία Λογοτεχνίας 2008

10/12/2008 16:08

ΡΕΠΟΡΤΑΖ:esos.gr

Τα Κρατικά Βραβεία Λογοτεχνίας 2008, που αφορούν στις εκδόσεις έτους 2007, στα οποία κατέληξε η Επιτροπή Κρατικών Βραβείων Λογοτεχνίας από τον «βραχύ κατάλογο» των υποψηφίων προς βράβευση έργων, μετά από επανειλημμένες συνεδρίες και μακρές συζητήσεις, ανακοινώθηκαν σήμερα από το υ. Πολιτισμού

Ειδικότερα :

ΜΕΓΑΛΟ ΒΡΑΒΕΙΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ

Απονέμεται ομόφωνα στον Κώστα Γεωργουσόπουλο για το σύνολο του έργου του.

ΒΡΑΒΕΙΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ

Απονέμεται κατά πλειοψηφία εξ ημισείας στα περιοδικά «Νέα Εστία» και «Λέξη».

ΒΡΑΒΕΙΟ ΠΟΙΗΣΗΣ

Απονέμεται κατά πλειοψηφία στο βιβλίο της Δήμητρας Χριστοδούλου «Λιμός», εκδόσεις Νεφέλη.

ΒΡΑΒΕΙΟ ΔΙΗΓΗΜΑΤΟΣ

Απονέμεται κατά πλειοψηφία στο βιβλίο της Ευγενίας Φακίνου «Φιλοδοξίες κήπου», εκδόσεις Καστανιώτης.

ΒΡΑΒΕΙΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑΤΟΣ

Απονέμεται κατά πλειοψηφία στο βιβλίο του Γιώργου Λεονάρδου «Ο τελευταίος Παλαιολόγος», εκδόσεις Λιβάνη.

ΒΡΑΒΕΙΟ ΔΟΚΙΜΙΟΥ - ΚΡΙΤΙΚΗΣ

Απονέμεται κατά πλειοψηφία στο βιβλίο του Βαγγέλη Αθανασόπουλου «Το ποιητικό τοπίο του 19ου και 20ου αιώνα», εκδόσεις Καστανιώτης.

ΒΡΑΒΕΙΟ ΧΡΟΝΙΚΟΥ - ΜΑΡΤΥΡΙΑΣ

Απονέμεται κατά πλειοψηφία στο βιβλίο του Βασίλη Τζανακάρη «Δακρυσμένη Μικρασία, 1919-1922: Τα χρόνια που συντάραξαν την Ελλάδα», εκδόσεις Μεταίχμιο.

Ο βραχύς κατάλογος υποψηφίων προς βράβευση έργων (δημοσιευμένων το έτος 2007 και κατατεθειμένων στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδας), από τον οποίο επελέγησαν τα ανωτέρω βραβεία είναι ο ακόλουθος (αλφαβητικά):

Α. Υποψήφιοι για το Βραβείο Ποίησης:

1) Γιάννης Καλπούζος για το έργο του «Έρωτας νυν και αεί», εκδόσεις Ίκαρος.

2) Διονύσης Καψάλης για το έργο του «Ο κρότος του χρόνου», εκδόσεις Άγρα.

3) Θανάσης Παπαθανασόπουλος για το έργο του «Το αμήχανο χαμόγελο του κούρου», εκδόσεις Μελέαγρος.

4) Αγγελική Σιδηρά για το έργο της «Αμείλικτα γαλάζιο», εκδόσεις Καστανιώτης.

5) Σωκράτης Σκαρτσής για το έργο του «Πέτρα της αγάπης», εκδόσεις Καστανιώτης.

6) Σ. Σ. Χαρκιανάκης για το έργο του «Θολά ποτάμια», εκδόσεις Δόμος.

7) Δήμητρα Χριστοδούλου για το έργο της «Λιμός», εκδόσεις Νεφέλη.

Β. Υποψήφιοι για το Βραβείο Διηγήματος:

1) Μάκης Καραγιάννης για το έργο του «ο Καθρέφτης και το πρίσμα», εκδόσεις Νεφέλη.

2) Ανδρέας Μήτσου για το έργο του «Ο κύριος Επισκοπάκης. Η εξομολόγηση ενός δειλού», εκδόσεις Καστανιώτης.

3) Ευγενία Φακίνου για το έργο της «Φιλοδοξίες κήπου», εκδόσεις Καστανιώτης.

4) Νίκη Χατζηδημητρίου για το έργο της «Υποφωτισμένο», εκδόσεις

Εστία.

Γ. Υποψήφιοι για το Βραβείο Μυθιστορήματος:

1) Ευριδίκη Λειβαδά - Ντούκα για το έργο της «Στα στενά της χίμαιρας: Οι περιπέτειες του Έλληνα θαλασσοπόρου Χουάν ντε Φούκα», εκδόσεις Κέδρος.

2) Γιώργος Λεονάρδος για το έργο του «Ο τελευταίος Παλαιολόγος - Ιστορικό Μυθιστόρημα», εκδόσεις Λιβάνη.

3) Τηλέμαχος Μουδατσάκις για το έργο του «Άμφια εταίρας», εκδόσεις Καστανιώτης

4) Ιωάννα Μπουραζοπούλου για το έργο της «Τι είδε η γυναίκα του Λωτ»,

εκδόσεις Καστανιώτης.

5) Αννίτα Παναρέτου για το έργο της «Η παρηγορία των επιστολών σου:

Ευανθία Καΐρη, Ελισάβετ Μουτζάν - Μαρτινέγκου: Αλληλογραφώντας,

όπως θα ήθελαν», εκδόσεις Πατάκης.

6) Γ. Στεφανάκης για το έργο του «Μέρες Αλεξάνδρειας», εκδόσεις

Ωκεανίδα.

Δ. Υποψήφιοι για το Βραβείο Δοκιμίου - Κριτικής:

1) Βαγγέλης Αθανασόπουλος για το βιβλίο «Το ποιητικό τοπίο του Ελληνικού 19ου και 20ου αιώνα», εκδόσεις Καστανιώτης.

2) Γιάννης Δάλλας για το βιβλίο «Μανόλης Αναγνωστάκης: Ποίηση και ιδεολογία», εκδόσεις Κέδρος.

3) Τάκης Καγιαλής για το βιβλίο «Η επιθυμία για το μοντέρνο: Δεσμεύσεις και αξιώσεις της λογοτεχνικής διανόησης στην Ελλάδα του 1930», εκδόσεις Βιβλιόραμα.

4) Διονύσης Μαγκλιβέρας για το βιβλίο «Η ζωή ως διαδρομή: Δοκίμια αιχμής», εκδόσεις των Φίλων.

5) Παναγιώτης Μουλάς για το βιβλίο «Ο χώρος του εφήμερου: Στοιχεία για την παραλογοτεχνία του 19ου αιώνα», εκδόσεις Σοκόλης.

Ε. Υποψήφιοι για το Βραβείο Χρονικού - Μαρτυρίας:

1) Γιώργος Βέης για το βιβλίο: «Έρωτες τοπίων: Κίνα, Ινδονησία, Ιαπωνία, Ταϋλάνδη: Μαρτυρίες, μεταφορές», εκδόσεις Κέδρος.

2) Αναστάσης Βιστωνίτης για το βιβλίο: «Λογοτεχνική γεωγραφία. Τόποι, πόλεις,

άνθρωποι», εκδόσεις Μεταίχμιο.

3) Σταύρος Ζουμπουλάκης για το βιβλίο: «Στη σκηνή του κόσμου: Από το Βελιγράδι

στην Τεχεράνη», εκδόσεις Εστία.

4) Μαρία Καραβία για το βιβλίο: «Το ημερολόγιο του Λονδίνου: Σημειώσεις από την

εποχή της δικτατορίας», εκδόσεις Άγρα.

5) Αθανάσιος Καραθανάσης για το βιβλίο: «Σε λένε Σμύρνη, Φώκαια, Σερέκιοϊ,

Μαινεμένη, Σαγγάριο. Στην ιστορία και τον Χαλασμό», εκδόσεις Κυριακίδη.

6) Βασίλης Τζανακάρης για το βιβλίο: «Δακρυσμένη Μικρασία, 1919-1922: Τα χρόνια

που συντάραξαν την Ελλάδα», εκδόσεις Μεταίχμιο.

Την Επιτροπή Κρατικών Βραβείων Λογοτεχνίας αποτελούν:

1) Παναγιώτης Μαστροδημήτρης, Πρόεδρος, Ομότιμος Καθηγητής Νεοελληνικής Φιλολογίας του Τμήματος Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Παν/μίου Αθηνών, Συγγραφέας.

2) Δημήτριος Λαμπρέλης, Αντιπρόεδρος, Καθηγητής Φιλοσοφίας του Τμήματος Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου, Συγγραφέας.

3) Γεώργιος Ανδρειωμένος, Καθηγητής Νεοελληνικής Φιλολογίας του Τμήματος Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου.

4) Γεράσιμος Ζώρας, Καθηγητής του Τμήματος Ιταλικής και Ισπανικής Γλώσσας και Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών με αντικείμενο τη Συγκριτική Λογοτεχνία.

5) Κώστας Μπουρναζάκης, Συγγραφέας.

6) Κωνσταντίνος Ασημακόπουλος, Λογοτέχνης και Θεατρικός Συγγραφέας.

7) Κώστας Σοφιανός, Κριτικός Λογοτεχνίας, Ποιητής.

8) Χαρίκλεια Δημακοπούλου, Κριτικός Βιβλίου, Δημοσιογράφος, Διδάκτωρ Νομικής.

9) Λώρη Κέζα, Κριτικός Βιβλίου.

ΠΗΓΗ : @sos

Τετάρτη 10 Δεκεμβρίου 2008

Πιερ Λουίς, Τα τραγούδια της Βιλιτώς


Συγχωρήστε μου την αδυναμία αλλά θα παραμείνω στην επικράτεια των ερωτογραφημάτων και θα υποκλιθώ για άλλη μια φορά στον κατεξοχήν μετρ της σκανδαλώδους πλην λογοτεχνικότατης ερωτικής γραφής, Πιερ Λουίς (1870-1925). Για πολλούς από εμάς η πρώτη επαφή με τον Λουίς έγινε μέσω δυο μνημειωδών ταινιών: Το σκοτεινό αντικείμενο του πόθου (Μπουνιουέλ, 1977) και Ο διάβολος είναι γυναίκα (Στένμπεργκ, 1934), καθώς αμφότερα βασίστηκαν στο βιβλίο του Η γυναίκα και το νευρόσπαστο. Μετά τον αναζητήσαμε σε διάσπαρτες ύποπτες ελληνικές εκδόσεις (Θυγατέρες από σπίτι, Εγχειρίδιο καλής συμπεριφοράς κορασίδων για οικοτροφεία, Ανοιξιάτικη νύχτα κ.ά.).

Σήμερα έχουμε τη δυνατότητα όχι απλώς να τον απολαύσουμε σε έργο ξεχασμένο και παραμελημένο αλλά και να σκανδαλιστούμε με την μέγιστη λογοτεχνική απάτη που διέπραξε ο ίδιος: δημιουργώντας τον πλαστό χαρακτήρα της Βιλιτώς αποδίδοντάς της σειρά αισθησιακότατων ποιημάτων, ισχυριζόμενος τον απλό μεταφραστή τους. Έτσι οι αναγνώστες της εποχής θεωρούσαν πως διαβάζουν τα συναρπαστικά χαμένα ερωτικά επιγράμματα μιας αρχαίας Ελληνίδας ποιήτριας από την Παµφυλία, ιερής εταίρας, φίλης και ερωμένης της Σαπφούς.

Λογοτέχνης του ύστερου συμβολισμού, ο Λουίς στάθηκε έξω από τους λογοτεχνικούς κύκλους της εποχής του, αλλά αποτέλεσε πρότυπο ακόμα και για τους Andre Gide και Paul Valery. Έζησε τις τελευταίες δύο δεκαετίες της ζωής του αποτραβηγμένος από τον κόσμο, μισότυφλος, αλλά πάντα δοσμένος στην συγγραφή τέτοιων κειμένων, όπως αποκαλύφθηκε από την πώληση των χειρογράφων του από τη χήρα του. Ω, μεταθανάτια αναγνώριση, σε βρίσκουμε και πάλι εδώ: τα τολμηρά και άσεμνα πορνογραφήματά του όχι απλώς εκδόθηκαν αλλά και αποτέλεσαν μέγιστη επιρροή στις θεωρίες και τις ιδέες περί σεξουαλικότητας κατά τον 20ό αιώνα!

Ο Λουίς σκάρωσε την φάρσα του ύστερα από επισταμένη έρευνα και μέσα από όλα αυτά τα επίπλαστα αυτοβιογραφικά σπαράγματα, το καθένα με στιγμιότυπα και περιστατικά από την ερωτική ζωή της Βιλιτώς, αναπαριστάνει θαυμάσια μια εποχή πλήρους ελευθεριότητας και παγανιστικού αισθησιασμού. Έναν άλλο κόσμο όπου ο έρωτας αποτελούσε αυτονόητη απόλαυση, χωρίς όμως να παύει να συνορεύει με τον θάνατο. Ορισμένα από τα "ποιήματα" μελοποιήθηκαν από τον Claude Debussy (1896-7). Μείνε πλαγιασμένο, ω σώμα μου, σύμφωνα με τη φιλήδονη αποστολή σου! Απόλαψε την καθημερινή ηδονή και τις χωρίς αύριο επιθυμίες. Μην αφήνεις ούτε μια χαρά άγνωστη, για να μεταμεληθείς πως δεν την εδοκίμασες την ημέρα του θανάτου. (σ. 126). Pierre Louys, Les chansons de Bilitis, 1894 / Τα τραγούδια της Βιλιτώς, εκδ. Φαρφουλάς, 2008, σελ. 192, μετφ. Γκρέκο, εισαγωγή - επιμέλεια - σημειώσεις: Νίκος Ταμπάκης.

Λάμπρος Σκουζ

ΠΗΓΗ: http://www.mic.gr/books.asp?id=15989

Σάββατο 6 Δεκεμβρίου 2008

Σαπφώ




Ἔρoς ...

ἀλγεσίδωρος ...

μυθοπλόκος ...










ὀ μέν γάρ κάλος , εἴς κάλος , ὄσσον ἴδην πέλει ,
ὀ δέ κἄγαθος αὔτικα και κάλος ἔσσεται

ο ωραίος όταν τον κοιτάς τότε φαντάζει ωραίος ,
μον' ο καλός ξανά αν τον δεις , ωραίος θα 'ναι πάντα










Ἔρoς ...

ὀ λυσιμέλης ...





εὖ μέν ἴδμεν οὐ δύνατον γένεσθαι λῷστ’ ὀν’ ἀνθρώπῳι ,
πέδεχην δ’ ἄρασθαι …
τα’ ἐξ’ ἀδοκήτω ...

όμως το ξέρω πως δε γίνεται ποτέ κανείς να ελπίζει σ' ολάκερη την ευτυχία ,
ένα μικρό μερίδιο να προσδοκάει μονάχα ...

κει που δεν το περιμένει ...











Ἔρoς …

γλυκύπικρον

ἀμάχανον ὄρπετον …





οἱ μέν ἱππήων στρότον οἱ δέ πέσδων
οἱ δε νάων φαῖσ’ ἐπί γᾶν μέλαιναν
ἔμμεναι κάλλιστον , ἔγω δέ κῆν’ ὄττω τις ἔραται


για άλλους στρατός από πεζούς , ιππείς ή πλοία
λένε πως στη μαύρη γη μας έχει αξία
όμως εγώ : κείνο που πιο πολύ αγαπά ο καθένας




Ἔρoς ...
δ’ ἐτίναξε μοι φρένας ,

ὡς ἄνεμος
κατ’ ὄρος δρύσιν
ἐμπέτων








ὁ πλοῦτος ἄνευ ἀρέτας οὐκ ἀσίνης πάροικος
ἀ δ’ ἐξ’ ἀμφοτέρων κράσις δαιμονίαν ἄκραν ἔχει


πλούτος χωρίς την αρετή , συγκάτοικος κακός ,
μα και τα δυο μαζί , άκρα ευδαιμονία






ἀλλά


πᾶ ν τόλματον …











τό θναίσκην κάκον , οἱ θέοι γάρ οὔτω
κεκρίκαισι , θάνον κε γάρ


ο θάνατος κακός , έτσι το κρίναν οι θεοί
αλλιώς θα πέθαιναν κι οι ίδιοι














Σημειώσεις:Οι εικόνες είναι με τη σειρά:α)τοιχογραφία από την Πομπηία "η Ποιήτρια" , β)θραύσμα από αγγείο της κλασικής εποχής με τη Σαπφώ , γ)"Σαπφώ"του Charles Mengin -1877 δ)τοιχογραφία του Ραφαήλ από το Βατικανό με τη Σαπφώ , ε)" η Σαπφώ ξαπλώνει" του Charles Gleyre -1867 στ)"Αλκαίος και Σαπφώ"του Lawrence Alma-Tadema -1881 .Μετάφραση:αλγεσίδωρος - που βάσανα μοιράζει , μυθοπλόκος - που παραμύθια πλάθει , λυσιμέλης -που σου παραλύει τα μέλη , γλυκύπικρον αμάχανον όρπετον-γλυκόπικρο ανίκητο θεριό ,έρος ετίναξέ μοι ... εμπέτων - σαν άνεμος μου τίναξε ο έρωτας το νου σαν άνεμος που σε βουνό βελανιδιές λυγάει , αλλά παν τόλματον-κι όμως όλα κανείς να τα τολμάει πρέπει . Οι μεταφράσεις είναι του Ελύτη (εκδ. Ίκαρος) , του Δάλλα (εκδ. Άγρα) και του Ναυτίλου .


Πηγή: nautilus

Τετάρτη 3 Δεκεμβρίου 2008


Στον κήπο του Επίκουρου: αφήνοντας πίσω τον τρόμο του θανάτου -

Συγγραφέας: Yalom, Irvin D. - Τιμή :17,10€

"Ο Ίρβιν Γιάλομ έγραψε ένα γενναίο, ευφυές βιβλίο πάνω στο τελευταίο απαγορευμένο θέμα -τον θάνατο. Θαυμάζω το κουράγιο του και τη σπάνια οξυδέρκειά του." (Erica Jong, συγγραφέας των έργων "Fear of Flying", "Shylock's Daughter", "Inventing Memory" και "Sappho's Leap") "Το βιβλίο "Στον κήπο του Επίκουρου" είναι μια γεμάτη περίσκεψη ενίσχυση του στωικισμού που όλοι έχουμε ανάγκη σε μια εποχή που μας κατακλύζουν η φλυαρία και η άρνηση". (Christopher Hitchens) "Το βιβλίο "Στον κήπο του Επίκουρου" αντικρίζει με βιωματική και ψυχοδυναμική ματιά τον βαθύτερο φόβο μας και περιγράφει με ασυνήθιστη ευγλωττία και βαθιά ανθρωπιά πως μπορούμε να φτάσουμε σε μια μορφή γαλήνης. Είναι ένα βιβλίο συγχρόνως πνευματώδες, ήπιο και απτόητο, ένας μεγαλόψυχος στοχασμός που μπορεί να ανακουφίσει τους ανθρώπους που πεθαίνουν και όσους μένουν πίσω". (Andrew Solomon, συγγραφέας του βιβλίου "The Noonday Demon", βραβευμένος με το National Book Award) "Ένας από τους καλύτερους ψυχοθεραπευτές της Αμερικής μας ξεναγεί σε μια από τις πιο δύσκολες υποχρεώσεις μας στη ζωή, σ' αυτό το βαθύτατα βοηθητικό βιβλίο. Θα ωφελήσει όποιον το διαβάσει". (Ραβίνος Harold Kushner, συγγραφέας του βιβλίου "When Bad Things Happen to Good People") "Ο Γιάλομ είναι η Σεχραζάντ του ντιβανιού και το έργο του είναι μια υπέροχη άσκηση αφήγησης". (Laura Miller, New York Times) "Ο Ίρβιν Γιάλομ γράφει σαν άγγελος για τους δαίμονες που μας κατατρύχουν". (Rollo May, συγγραφέας των βιβλίων "Love and Will", "The Meaning of Anxiety" και "The Courage to Create") Από τον συγγραφέα των βιβλίων "Όταν έκλαψε ο Νίτσε", "Στο ντιβάνι", "Ο δήμιος του έρωτα", "Θρησκεία και ψυχιατρική", "Το δώρο της ψυχοθεραπείας", "Η θεραπεία του Σοπενάουερ", "Η μάνα και το νόημα της ζωής", έρχεται τώρα ένα ξεχωριστό βιβλίο που αντικρίζει καταπρόσωπο τη μεγαλύτερη δυσκολία με την ερχόμαστε όλοι αντιμέτωποι: το πώς να ξεπεράσουμε τον παραλυτικό τρόμο μας για το θάνατο. Γραμμένο με τον μοναδικό τρόπο του Ίρβιν Γιάλομ, το βιβλίο "Στον κήπο του Επίκουρου" συμπυκνώνει το έργο και την προσωπική εμπειρία μιας ολόκληρης ζωής σε μια βαθύτατα ενθαρρυντική προσέγγιση στο οικουμενικό ζήτημα της θνητότητας. Ο Γιάλομ δείχνει ότι στον πυρήνα του άγχους μας βρίσκεται συχνά ο φόβος του θανάτου. Στη συνειδητοποίηση αυτή οδηγεί πολλές φορές μια "αφυπνιστική εμπειρία" - ένα όνειρο, μια αρρώστια, μια τραυματική εμπειρία ή το γεγονός ότι γερνάμε. Ανάμεσα σε συγκινητικές προσωπικές ιστορίες ανθρώπων που πασχίζουν να νικήσουν τον τρόμο του θανάτου εντάσσεται ένα κεφάλαιο βαθύτατων αυτοβιογραφικών εξομολογήσεων του Γιάλομ. Με το βιβλίο αυτό ο μεγάλος ψυχοθεραπευτής μας προτείνει διάφορες μεθόδους, με τις οποίες μπορούμε να διαχειριστούμε τον τρόμο, και τελικά καταφάσκει στη ζωή. Και το σημαντικότερο, ο Γιάλομ μας ενθαρρύνει να αγωνιζόμαστε για έναν πιο άμεσο σύνδεσμο με τους άλλους ανθρώπους. Η συμπονετική επαφή, σε συνδυασμό με τη σοφία των μεγάλων διανοητών που πάλεψαν κι οι ίδιοι με το ζήτημα της θνητότητας, μας βοηθάει να ξεπεράσουμε τον τρόμο μας για τον θάνατο, να ζήσουμε μια ζωή πιο χαρούμενη και ουσιαστική και να αναλάβουμε τα αναγκαία ρίσκα για να πραγματώσουμε τον εαυτό μας. Πρόκειται για το πιο πρόσφατο βιβλίο του Ίρβιν Γιάλομ· πρωτοκυκλοφόρησε στην Αμερική τον Ιανουάριο του 2008.

Πηγή: The Bookstore ANTIPOLIS

Τρίτη 2 Δεκεμβρίου 2008


Καλβίνο, ο σύγχρονος κλασικός
Οι «Δύσκολοι Ερωτες» επανακυκλοφορούν στα ελληνικά σε μετάφραση Ανταίου Χρυσοστομίδη

Της Ολγας Σελλα

Οι ήρωές του είναι καθημερινοί, απλοί, αδιάφοροι, λούμπεν. Κι όλοι έχουν να παλέψουν με την ίδια δυσκολία, αυτή που όλους μας έχει βασανίσει: με τους «Δύσκολους έρωτες», με ανεκπλήρωτα πάθη, με φαντασιώσεις, με εμμονές και φοβίες, με λόγια που ποτέ δεν ειπώθηκαν και άλλα που ειπώθηκαν κι ύστερα μετανιώσαμε.

«Οι δύσκολοι έρωτες» του Ιταλο Καλβίνο είναι το πιο γνωστό βιβλίο του Ιταλού συγγραφέα στην Ελλάδα. Μικρά διηγήματα και δύο νουβέλες, ίσα ίσα που γνωρίζουμε τους ήρωες, ίσα ίσα που προλαβαίνουμε να παρακολουθήσουμε την αγωνιώδη διαδρομή της επιθυμίας τους. Κι όμως γοητευόμαστε, ταυτιζόμαστε, θυμώνουμε, εκπλησσόμαστε με όσα τους συμβαίνουν.

Πριν από λίγες μέρες επανακυκλοφόρησαν «Οι δύσκολοι έρωτες», με την υπογραφή του «επίσημου» μεταφραστή του στην Ελλάδα, του Ανταίου Χρυσοστομίδη, από τις εκδόσεις «Καστανιώτης», όπου θα συγκεντρωθεί το σύνολο των έργων του Καλβίνο που κυκλοφορούν στην Ελλάδα. Θα ακολουθήσουν «Τα κοσμοκωμικά», «Αν μια νύχτα του χειμώνα ένας ταξιδιώτης», και το τελευταίο του βιβλίο με τίτλο «Palomar». «Ο τίτλος προέρχεται από την ονομασία του αγγλικού αστεροσκοπείου. Και παραπέμπει σ’ αυτό που και ο ίδιος κάνει στο βιβλίο του: κάθεται και παρατηρεί τον κόσμο γύρω του», λέει ο Ανταίος Χρυσοστομίδης, που θεωρεί το «Palomar» απ’ τα πιο δύσκολα πράγματα που έχει κάνει ποτέ στη μετάφραση.

Τρία είναι τα πιο γνωστά έργα του Καλβίνο στην Ελλάδα: οι «Δύσκολοι έρωτες», οι «Αόρατες πόλεις» και το «Αν μια νύχτα του χειμώνα ένας ταξιδιώτης» - «το μυθιστόρημα όπου για πρώτη φορά χρησιμοποιήθηκε ο όρος “μεταμοντέρνο”, ένα βιβλίο που μοιάζει με τις μπάμπουσκες. Ολο το ανοίγεις και όλο απλώνεται. “Οι δύσκολοι έρωτες” είναι μία σειρά από διηγήματα που όλα ξεκινούν με τη λέξη περιπέτεια: Η περιπέτεια μια κολυμβήτριας, η περιπέτεια ενός στρατιώτη, η περιπέτεια ενός μύωπα, η περιπέτεια ενός ζευγαριού... και έχουν όλα κοινό θέμα: το πώς οι άνθρωποι δεν βρίσκονται. Το πώς δεν μπορούν να ερωτευτούν, το πώς δεν μπορούν να είναι ευτυχισμένοι. Είμαστε στα χρόνια της βιομηχανικής έκρηξης στην Ιταλία, υπάρχει μια έντονη αισιοδοξία, κι εκείνος έρχεται και λέει “εμείς είμαστε ανίκανοι, γιατί πάντα κάτι μας φταίει, κάτι μικρό”. Είναι διηγήματα με τρομερή φαντασία και τρομερή ευφυΐα. Νομίζω ότι είναι η πιο ευφυής σειρά διηγημάτων που έχω διαβάσει ποτέ», λέει ο Ανταίος Χρυσοστομίδης, που ομολογουμένως παθιάζεται όταν μιλάει για τον Καλβίνο. Περιγράφει τα διηγήματα, τις αναστολές των ηρώων, τις υποθέσεις που κάνουν και εντέλει ανολοκλήρωτη την καθημερινή ζωή. Είναι το πρώτο βιβλίο που μετέφρασε ο Ανταίος Χρυσοστομίδης, και τώρα το ξαναδούλεψε «σεβόμενος τον παλιό μεταφραστικό μου εαυτό. Σεβάστηκα τις μεταφραστικές επιλογές που είχα κάνει, και άλλαξα μόνο ορισμένα πράγματα που έχουν αλλάξει στο σημερινό μου λεξιλόγιο. Επανέφερα όμως αρκετά από όσα είχε κόψει η επιμελήτρια, και τότε δεν μπορούσα να επιβάλω. Δηλαδή, ο Καλβίνο είναι πολύ ιδιαίτερος και αιρετικός όσον αφορά τη σύνταξη. Προτιμάει να είναι λειτουργικός και ας μην είναι φιλολογικά σωστός. Κάνει ό,τι τον βολεύει στο ρυθμό της γλώσσας. Είναι ένας συγγραφέας που παίζει με τους ρυθμούς του κειμένου. Θα έλεγα ότι η αναθεωρημένη μετάφραση είναι ακόμα πιο πιστή στον Καλβίνο. Εγραψε τους “Δύσκολους έρωτες” λίγο μετά την εισβολή των Ρώσων στην Ουγγαρία. Τότε έφυγε από το PCI και ως συγγραφέας στράφηκε περισσότερο στο άτομο. Στο δεύτερο μέρος του βιβλίου, στις δύο νουβέλες που αποτελούν την ενότητα “Δύσκολη ζωή”, είναι ο πρώτος που αντιλαμβάνεται το θέμα της οικολογίας, μιλώντας για το νέφος και την ανικανότητα του ανθρώπου μπροστά στη φύση. Είναι πολύ μπροστά από την εποχή του. Ο Καλβίνο είναι ο σημαντικότερος συγγραφέας της Ιταλίας στον 20ό αιώνα, είναι ένας σύγχρονος κλασικός, χωρίς να παραβλέπω τον Σβέβο και τον Γκάντα», καταλήγει ο Ανταίος Χρυσοστομίδης.

Ο Ιταλο Καλβίνο πέθανε το 1985. Ενα χρόνο νωρίτερα είχε έρθει στην Ελλάδα και συναντήθηκε με τον Ελληνα μεταφραστή του: «Δουλειά μου είναι να παρατηρώ τη ζωή, να καταγράφω εμπειρίες, να ψάχνω την αλήθεια, κι ας ξέρω πολύ καλά ότι υπάρχουν βεβαίως πολλές πολλές αλήθειες...», του είχε πει σ’ εκείνη τη συνάντηση.

«Οι δύσκολοι έρωτες» του Ιταλο Καλβίνο, μετ. Ανταίος Χρυσοστομίδης, εκδ. Καστανιώτης, σελ. 328.

Hμερομηνία : 19/7/08
Πηγή: kathimerini

Δευτέρα 1 Δεκεμβρίου 2008

ΙΤΑΛΟ ΚΑΛΒΙΝΟ - Οι Δύσκολοι Έρωτες

Γέφυρες ανάμεσα σε αόρατες πόλεις

Δεκαπέντε περιπέτειες «εσωτερικού χώρου»

ΙΤΑΛΟ ΚΑΛΒΙΝΟ
Οι δύσκολοι έρωτες
ΜΤΦΡ.: ΑΝΤΑΙΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΙΔΗΣ
«ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ»
ΣΕΛ. 328, ευρώ 16,72

Ο τίτλος της συλλογής διηγημάτων του Καλβίνο ενέχει μια ταυτολογία, καθώς ο ίδιος ο έρωτας -εκτός των άλλων- είναι μια δύσκολη υπόθεση. Για τους ήρωες των ιστοριών, όμως, υπάρχει μία επιπλέον δυσκολία, καθώς αυτό που βιώνουν δεν είναι ένας ακόμα ανεπίδοτος έρωτας, ούτε κάποια ατελέσφορη κατάσταση, το δράμα τους είναι πως οι ίδιοι αγνοούν τα κίνητρά τους, τις βαθύτερες επιθυμίες τους, και πασχίζουν συνεχώς να ερμηνεύσουν τις αντιδράσεις τους και τα σήματα που εκπέμπουν. Ο έρωτας στον Καλβίνο παρουσιάζεται ως η γέφυρα ανάμεσα σε δύο αόρατες πόλεις: στον εσωτερικό τους κόσμο, που είναι απροσπέλαστος, και στη φαντασίωσή τους, που είναι θολή και μεταβλητή, η δε επιθυμία παραμένει μετέωρη πασχίζοντας να γεφυρώσει αυτές τις δύο διαστάσεις. Εμείς τους παρακολουθούμε τη στιγμή που διαβαίνουν τη δική τους μετέωρη γέφυρα, όπου μέσα από την κίνησή τους αποκτούν και οι ίδιοι κάποια οντότητα.

Οι κινήσεις του σώματος αποδίδονται αριστοτεχνικά, εκφράζοντας ακόμα κι αυτά που οι ίδιοι αδυνατούν να κατανοήσουν. Οι σωματικές λειτουργίες τους μιλούν πολύ πιο ηχηρά από τους σύντομους διαλόγους που ανταλλάσσουν, στέλνοντας μηνύματα στον κόσμο, επιθυμώντας ενίοτε να μεταμορφωθούν και να γίνουν τα «φωτεινά σήματα των εαυτών» τους, προκειμένου κάποιος να τους διαβάσει και να τους ερμηνεύσει.

Στο πρώτο μέρος υπάρχουν δεκατρείς περιπέτειες με διαφορετικούς ήρωες γραμμένες σε διάστημα δεκαοκτώ χρόνων και στο δεύτερο, δύο μεγαλύτερα σε έκταση αφηγήματα με τίτλο «Δύσκολη ζωή», όπου ο Καλβίνο γίνεται πιο πολιτικός, βάζοντας τους ήρωες του, πέρα από τους εσωτερικούς τους δαίμονες να συγκρουστούν και με το εξωτερικό περιβάλλον, παίρνοντας την ευκαιρία να σχολιάσει τη μεταπολεμική Ιταλία.

Η δράση απουσιάζει από τα περισσότερα διηγήματα, εστιάζοντας περισσότερο στις σκέψεις εκείνες που θα οδηγήσουν στη δράση. Αυτό που κυρίως αποδίδεται είναι η λεπτομερειακή ερμηνεία των κινήσεών τους μέσα από την αφήγηση της γλώσσας του σώματος και η κάθε ξεχωριστή περιπέτεια της συγκατοίκησης, της έκθεσης αλλά και της συμφιλίωσης με τον ξένο που κουβαλάνε. Θα μπορούσαμε να πούμε πως ο δυσκολότερος έρωτας είναι ο έρωτας για το ίδιο τους το σώμα και αυτή τη δυσκολία επιχειρούν να εξιστορήσουν. Εκεί εστιάζεται και η αγωνία τους: να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων και να τα βγάλουν πέρα με την περιπέτεια στην οποία τους ενέπλεξε, άλλες φορές από παρόρμηση, άλλες από τύχη ή ατυχία.

Η ανάγνωση του χεριού

Στην «Περιπέτεια ενός στρατιώτη», πρώτου διηγήματος της συλλογής, περιγράφεται η κίνηση ενός χεριού, ως εκφραστή και κομιστή των βαθύτερων ορμών και αναστολών του άντρα που έρχεται σε απόσταση αναπνοής με το ποθητό σώμα μιας γυναίκας στο κουπέ ενός τρένου. Το χέρι αγγίζει, αποστρέφεται, πλησιάζει δειλά και το ίδιο το χέρι ερμηνεύει κάθε ανεπαίσθητη αντίδραση. Μια ιστορία τρομακτικού σασπένς, με πρωταγωνίστρια την αφή, η οποία αναλαμβάνει να κατανοήσει, να ερμηνεύσει, να στείλει και να επεξεργαστεί τα μηνύματα.

Στην «Περιπέτεια μιας κολυμβήτριας» μια γυναίκα που κολυμπάει σε μια πολυσύχναστη πλαζ, με το καινούριο της μαγιό, κάποια στιγμή διαπιστώνει πως έχει χάσει το κάτω μέρος και είναι εκτεθειμένη. Τότε αρχίζει μια απελπισμένη πάλη με τον χρόνο, δίνοντας τη δική της μάχη που καταλήγει σε έναν αδυσώπητο υπαρξιακό αγώνα: Η γυναίκα προτιμάει να πεθάνει παρά να τη δουν οι άλλοι κολυμβητές γυμνή και νιώθει να βυθίζεται μέσα σε ένα δίχτυ κακών προθέσεων που έχει υφανθεί γύρω της, από το οποίο ούτε ο θάνατος δεν μπορεί να την απαλλάξει.

Το διήγημα, εκτός των άλλων, διαθέτει και παραβολική βαρύτητα, καθώς η γυμνότητα και ο φόβος της έκθεσης συνοδεύουν και την κατάργηση της ασφάλειας που της προσφέρει το ένδυμα, ενώ η απώλειά του είναι η τιμωρία για την τόλμη της να γευτεί την ελευθερία και την απόλαυση.

Στην «Περιπέτεια του υπαλλήλου» παρακολουθούμε κάποιον ύστερα από μια ερωτική βραδιά να ανεβαίνει στο τραμ για να πάει στη δουλειά και να βιώνει μια εκ των υστέρων ευφορία για την προηγούμενη νύχτα, αναβιώνοντας όλες τις σπαρταριστές λεπτομέρειες. Ο άντρας θέλει να διατηρήσει μέσα του την κληρονομιά εκείνης της νύχτας και αισθάνεται πως τώρα πια κατοικεί σε έναν καινούριο, πιο φωτεινό κόσμο.

Ενας καινούριος κόσμος εμφανίζεται και στα μάτια της νεαρής γυναίκας στην «Περιπέτεια μιας παντρεμένης» μετά την παραμονή της ένα ολόκληρο βράδυ μακριά από τη συζυγική εστία. Η απιστία της εντοπίζεται στην ανακάλυψη του κόσμου της νύχτας, στην περιφρόνησή της για την κοιμισμένη πόλη και στην τόλμη της να κάνει παρέα με τους ξενύχτηδες.

Σε όλες τις ιστορίες ο Καλβίνο συλλαμβάνει τον τρόπο που οι ήρωες του χειρίζονται την εισβολή μιας αναπάντεχης διάστασης της πραγματικότητας, τις αμυδρές μεταβολές των συναισθημάτων τους και τις αντιδράσεις τους λίγο πριν ή λίγο μετά την άφιξη της ερωτικής εμπειρίας, καθώς και το περιβάλλον όπου ο έρωτας κάνει την εμφάνισή του. Ποτέ δεν περιγράφεται η ίδια η συνάντηση αλλά τα συναισθήματα γύρω από τη συνάντηση. Δεν περιγράφεται η περιπέτεια της βραδιάς αλλά το τι προηγείται και το τι ακολουθεί, και η διέγερση των αισθήσεων κατά την απουσία. Οπως στην «Περιπέτεια του ταξιδιώτη», όπου εμφανίζεται ένας άντρας στο νυχτερινό τρένο που πάει για να επισκεφτεί το κορίτσι του σε άλλη πόλη, και μας αποδίδει την ανυπομονησία και την απέλπιδα προσπάθειά του να μην τσαλακώσει τα ρούχα του.

Φωτογραφίζοντας την απουσία

Σύμφωνα με τον Αντονίνο στην «Περιπέτεια ενός φωτογράφου», την ιστορία που ερμηνεύει και τη στάση των ηρώων στις υπόλοιπες περιπέτειες, το ουσιαστικό μέλημα της τέχνης είναι «να αποκαλύπτεις τις σχέσεις που ο καθένας μας έχει με τον κόσμο, σχέσεις που όλοι σήμερα τείνουμε να κρύψουμε, να τις μεταθέσουμε στο ασυνείδητο, νομίζοντας πως με αυτόν τον τρόπο τις εξαφανίζουμε». Ο ίδιος για να προσεγγίσει μια ακριβέστερη εικόνα του κόσμου, αναλαμβάνει να φωτογραφίσει την απουσία και όλα όσα μένουν έξω από το οπτικό πεδίο όχι μόνο των φωτογραφικών μηχανών αλλά και των ανθρώπων. Κάτι ανάλογο επιχειρεί και ο συγγραφέας σε όλα σχεδόν τα διηγήματα της συλλογής.

Ο Καλβίνο έγραψε έχοντας ένα ορατό αλλά και ένα αόρατο πλαίσιο, επινοώντας έναν δικό του τρόπο να βάλει τις ιδέες στο κείμενο του, επιτρέποντας σε αυτές τις ιδέες να διαθλαστούν και να ενισχυθούν. Οπως ο φωτογράφος, έτσι και ο συγγραφέας επιχειρεί να κάνει ορατή την απουσία, να περιγράψει το πριν και το μετά τον έρωτα, το περιβάλλον, την προετοιμασία και την ανάμνηση και να δώσει την ευκαιρία σε νέες εικόνες να εμφανιστούν. Ο ίδιος είχε πει πως «η λογοτεχνία μάς επιτρέπει να αλλάξουμε την εικόνα που έχουμε για τον κόσμο αφήνοντας αυτό που μας ξεπερνάει να κάνει την εμφάνισή του». Στους δύσκολους έρωτες, η απουσία είναι η απαραίτητη διαδικασία για να εμφανιστούν αυτές οι νέες εικόνες αλλά και οι νέες ερμηνείες.

Ολοι οι ήρωές του μοιάζουν να ομολογούν πως δεν μπορούμε να υπερβούμε την ερμηνεία, πάντα ερμηνεύουμε, αλλά τουλάχιστον μπορούμε να το κάνουμε με τον δικό μας τρόπο, φορώντας τους δικούς μας φακούς.

Η αναθεωρημένη μετάφραση του Α. Χρυσοστομίδη είναι μία ακόμα δημιουργική ανάγνωση, μια «ερμηνεία» εναρμονισμένη στις απαιτήσεις του πρωτότυπου.


ΑΡΓΥΡΩ ΜΑΝΤΟΓΛΟΥ

Πηγή: Ελευθεροτυπια 29/8/2008